Το παιχνίδι της «πραγματικότητας»
Εξαρχής πρέπει να τονιστεί ότι είναι δύσκολο να παρουσιάσεις έναν καλλιτέχνη που βρίσκεται στην ώριμη περίοδο της διαδρομής του, καθώς η πορεία του είναι σε εξέλιξη, πράγμα που σημαίνει ότι πολλά ακόμα μέλλει να ακολουθήσουν μέχρι την ολοκλήρωση του καλλιτεχνικού έργου και της ζωής του. Στην περίπτωση του Β. Χατζηγιαννίδη υπάρχει ήδη ένα corpus επτά θεατρικών έργων, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν παρασταθεί. Συνεπώς, είναι δόκιμο να αποτολμήσουμε μια συνοπτική και αδρή περιγραφή της δραματουργίας του.
Η δραματουργία του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως δραματουργία της «πραγματικότητας», χωρίς όμως να συμπλέει απολύτως με το αισθητικό ρεύμα του ρεαλισμού. Πρόκειται για έναν παραχαραγμένο ρεαλισμό με την έννοια ότι ερείδεται σ’ έναν ρεαλιστικό άξονα, ο οποίος όμως παρουσιάζει απόκλιση και διαφοροποίηση από την τυπική του έκφραση. Ειδικότερα, αναγνωρίζουμε στη δραματουργία του Β. Χατζηγιαννίδη: την άντληση των μύθων από την «παρατηρούμενη» πραγματικότητα (όλα τα θεατρικά του έργα άπτονται πραγματικών καταστάσεων), την αποτύπωση καθημερινών κι αντιηρωικών δραματικών προσώπων και την απόπειρα ερμηνείας της διαμόρφωσης των χαρακτήρων και των πράξεών τους μέσα από την, καθιερωμένη πλέον, ψυχαναλυτική προσέγγιση. Εξίσου ρεαλιστική είναι και η γραφή του. Η θεατρική του γλώσσα αξιοποιεί στο έπακρο την επικοινωνιακή της ισχύ, το γλωσσικό ύφος είναι απλό, απέριττο και άμεσο, ενίοτε αποφθεγματικό, χωρίς όμως ίχνος εκζήτησης, με έντονες ριπές οξυδερκούς χιούμορ και σαρκασμού. Ο αφηγηματικός σκελετός των θεατρικών του έργων είναι άρτια δομημένος με διαλογικές συνάψεις και μονολογικές αρθρώσεις, που ανελίσσουν προσεκτικά την εξέλιξη του μύθου ελέγχοντας κάθε κειμενική λεπτομέρεια μέχρι την τελική κορύφωσή του. Στοιχεία που συνιστούν μια αδιαμφισβήτητη ένταξη στη χορεία του ρεαλισμού.
Η απόκλιση που συναντούμε στη θεατρική γραφή του Β. Χατζηγιαννίδη αναφορικά με τις επιταγές του ρεαλιστικού ρεύματος εντοπίζεται κυρίως στην απουσία της κοινωνικοπολιτικής παραμέτρου ως μίας από τις κυρίαρχες συνιστώσες διαμόρφωσης καταστάσεων και προσωπικοτήτων. Ωστόσο, πρόκειται μάλλον για εσκεμμένη παράλειψη καθώς το ενδιαφέρον του συγγραφέα επικεντρώνεται περισσότερο στις προσωπικές και ιδιωτικές σχέσεις των ανθρώπων, οι οποίες ανακηρύσσονται ως μείζονες. Έτσι, σχεδόν όλα τα δραματικά πρόσωπα των θεατρικών του έργων εμφανίζουν συγκεκριμένα χαρακτηρολογικά στοιχεία, τα οποία απέκτησαν κυρίως -ως δράση ή αντίδραση- μέσα από τις οδυνηρές διαπροσωπικές τους σχέσεις. Μάλιστα, η πλειονότητα των δραματικών του προσώπων (Μεταμφίεση, Λάσπη, Λα Πουπέ, Κέικ) «αρνούνται» τον εαυτό τους, στον βαθμό που μπορούν να έχουν αυτεπίγνωση, υιοθετώντας ένα προσωπείο, κάτω από το οποίο κρύβονται οι ανομολόγητοι φόβοι, οι ανασφάλειες και τα συμπλέγματά τους. Έτσι, «οι άλλοι» συνιστούν πάντοτε γι΄ αυτούς μια αρνητικότητα: κάτι επιβαρυντικό - «χάσιμο χρόνου» (Μεταμφίεση), μια απειλή - «Βέλη μίσους. Παντού.» (Λα Πουπέ), απέχθεια - «Δε θέλω τίποτα απ’ αυτούς. Τους σιχαίνομαι.» (Λάσπη), αδιαφορία ή έλλειψη εμπιστοσύνης - «Υπάρχουν καταστάσεις που δεν μπορείς να λογαριάζεις στη συμπόνια των άλλων, πάει τέλειωσε. Είναι τρομερό.» (Αέρας), αντιπαλότητα - «Εσείς οι ανώτεροι μας χρειάζεστε εμάς. Μόνο έτσι λάμπει η ανωτερότητά σας. […] γιατί υπάρχουμε εμείς οι άλλοι που δεν είμαστε σπάνιοι.» (Κέικ) κ.λπ. Ταυτοχρόνως όμως, η αυτογνωσία διαπερνά ως κυρίαρχο αίτημα όλα τα πρόσωπα των δραμάτων του.
Απ’ την άλλη πλευρά, η θεατρική γραφή του Β. Χατζηγιαννίδη διακρίνεται από τη στεγανότητα του ρεαλιστικού ρεύματος χάρη σε μια διαφοροποίηση που την απογειώνει. Οι θεατρικοί του κόσμοι ανοίγουν ρωγμές στην «αντικειμενική» πραγματικότητα αφήνοντας να διέλθουν, «ανεπαισθήτως» κι ωστόσο επαρκώς, οι αχτίνες ενός «άλλου» κόσμου, ο οποίος συμπορεύεται με τον υπαρκτό, πράγμα που δεν συναντάται στα αμιγώς ρεαλιστικά κείμενα. Τα δραματικά του πρόσωπα αφουγκράζονται «φωνές» άψυχων όντων (Λα Πουπέ), πιστεύουν ότι οι νεκροί τούς επισκέπτονται (Μεταμφίεση, Αέρας), αναμετρώνται με τα φαντάσματα του παρελθόντος (Λάσπη), προβλέπουν και διαισθάνονται τα μελλούμενα (Στην οθόνη φως) και αποτυπώνουν τα ίχνη της «ψυχής» (Τον άυλο εσένα). Πρόκειται για ένα μη-γήινο ρεαλισμό που παρεισφρέει στην απεικόνιση των γεγονότων και τα διαφοροποιεί από την αναλυτική και επιστημονική προσέγγιση, καθιστώντας τα «φαινόμενα» μιας άδηλης «πραγματικότητας». Ταυτοχρόνως, απλές και οικείες καταστάσεις διαποτίζονται με την αύρα μιας αδιευκρίνιστης «υπερβατικότητας», η οποία κινεί τα νήματα: «Δεν πιστεύω στο τυχαίο. […] Ήμουν προορισμένη να αποκτήσω αυτή την περιουσία. Πιστεύω στο μοιραίο.» (Μεταμφίεση), «Όμως υπάρχει ένα βάρος. Απ’ τις παλιές ζωές.» (Λάσπη), «Όταν υπερβαίνεις τα όριά σου, οι χάρες που ζητάς γίνονται.» (Στην οθόνη φως), «Κύβος των ψευδαισθήσεων» (Τον άυλο εσένα). Μ’ αυτόν τον τρόπο διαρρηγνύεται η σύνδεση αιτίου και αιτιατού κι απομακρύνεται η γραφή από τον αμιγή ρεαλισμό. Οπότε, η έννοια του «πραγματικού» εμπλουτίζεται με πολλαπλές και ποικίλες εκδοχές πέρα και έξω από τον ορίζοντα της ρεαλιστικής απεικόνισης, η οποία πλέον επεκτείνεται και σε αλληλοσυνδεόμενα επίπεδα υποκειμενικών βιωμάτων. Ασυνείδητο, υποσυνείδητο, όνειρο, ψευδαίσθηση δημιουργούν ένα αξεδιάλυτο πλέγμα πιθανοτήτων, στο οποίο, τελικά, εμπλέκεται νοερά και ο θεατής.
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται και το στοιχείο του αινίγματος, του μυστηρίου, ενίοτε θρίλερ, με το οποίο διαποτίζονται τα δράματα του Β. Χατζηγιαννίδη. Η ατμόσφαιρα των δραμάτων του, φαινομενικά ήρεμη, ενέχει πάντοτε μια αδιόρατη απειλή, μία άγνωστη παράμετρο, μια πτυχή καλά κρυμμένη μέχρι το τέλος, ώσπου ο πέπλος της πλοκής πέφτει άλλοτε για να αποκαλύψει (Μεταμφίεση, Λα Πουπέ, Κέικ) κι άλλοτε για να αφήσει να επικρέμαται η αμφιβολία (Λάσπη, Αέρας, Στην οθόνη φως, Τον άυλο εσένα).
Σε μια περιήγηση στην ανθρωπογεωγραφία των δραματικών κειμένων του Β. Χατζηγιαννίδη συναντάμε πρόσωπα με εμφανή σημάδια παραδοξότητας και αλλόκοτης συμπεριφοράς (Μεταμφίεση, Λάσπη, Λα Πουπέ, Αέρας, Στην οθόνη φως, Τον άυλο εσένα). Κάποια μοιάζουν να ταλανίζονται από την επίγνωση της ματαίωσης των προσδοκιών τους και από τις ενοχές τους (Μεταμφίεση, Λάσπη), ενώ άλλα αδυνατούν να ενταχθούν στον κοινωνικό περίγυρο (Λα Πουπέ, Αέρας). Κάποιες από τις συμπεριφορές τους αιτιολογούνται εν μέρει, ενώ κάποιες άλλες παραμένουν συχνά χωρίς θεμελίωση. Μολονότι φαινομενικά διάφανα, κάποια δραματικά πρόσωπα μεταδίδουν την αίσθηση μιας ομιχλώδους φιγούρας δραματικών προσώπων του Τ. Ουίλιαμς.
Συχνά, ο διάλογος ή ο μονόλογος διανθίζονται με σκέψεις ουσιαστικού στοχασμού, πλήρως ενταγμένες στη ροή του λόγου των δραματικών προσώπων. Γεγονός που προσδίδει στο κείμενο εμβέλεια και πλάτος. Η απουσία, όμως, κοινωνικού σχολιασμού εμποδίζει την αποκάλυψη των διαλεκτικών σχέσεων και της επιρροής του περιβάλλοντος στο άτομο, με αποτέλεσμα να στενεύει το πεδίο των διαδραματιζόμενων καταστάσεων. Πράγμα που αποτελεί, ίσως, το τυφλό σημείο της θεατρικής γραφής του Β. Χατζηγιαννίδη.
Οι τίτλοι των θεατρικών του έργων είναι προσεκτικά επιλεγμένοι ώστε να προϊδεάζουν, να προ-σημαίνουν και τελικώς να προλέγουν το δραματικό διακύβευμα. Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι η αποκάλυψη ολοκληρώνεται μόνο λίγο πριν ολοκληρωθεί το έργο, πράγμα που κρατά σε εντεινόμενη αναμονή τον θεατή. Σχεδόν πάντα η χρήση των λέξεων του τίτλου συμβαίνει τη στιγμή που πέφτει η αυλαία.
Εν κατακλείδι, η ενδιαφέρουσα πλοκή, η ψυχογραφημένη περιγραφή των ανθρώπινων υπάρξεων και των σχέσεών τους, ο ρέων, ανεπιτήδευτος διάλογος ή μονόλογος σε συνδυασμό μ’ ένα παλίμψηστο εικόνων και καταστάσεων που άπτονται τόσο της αντικειμενικής όσο και της υποκειμενικής πραγματικότητας εντάσσουν τα θεατρικά έργα του Β. Χατζηγιαννίδη σ’ έναν ρεαλισμό που δεν είναι εγκλωβισμένος στα ασφυκτικά όρια της περιγραφής της απτής πραγματικότητας, καθώς υπερβαίνει τη στερεοτυπική αυτή συνθήκη αφήνοντας περιθώριο για το άρρητο. Παρότι τα κείμενα εγγράφονται στη χορεία της ρεαλιστικής αφήγησης, ιριδίζουν παίζοντας με το αντικείμενό τους, το «πραγματικό», το οποίο διευρύνουν χωρίς να αλλοιώνουν. Πρόκειται για το παιχνίδι της «πραγματικότητας», στο οποίο ο άνθρωπος/παρατηρητής/συγγραφέας ορίζει και καθορίζει και τους δύο όρους, και το παιχνίδι και το πραγματικό, καθώς -όπως και η Κβαντομηχανική διατείνεται σήμερα- η ανθρώπινη ενσυνείδητη υποκειμενική εμπειρία γίνεται πρωταγωνιστής των ίδιων της των έργων.
2014 © greek-theatre.gr ALL Rights Reserved. Όροι Χρήσης
Design & Development by E.K.