Της Ιωάννας Μπλάτσου
Αθήνα, σήμερα, σε μια έπαυλη, κάπου στα βόρεια προάστια. Στο καθιστικό της οικογένειας Γερακάρη, ο μικρός γιος, ο Γιώργος, προσπαθεί να γράψει ένα μουσικό κομμάτι στο laptop του. Αυτό που προκύπτει από την καλλιτεχνική ενασχόληση του νεαρού γόνου ακούγεται σαν «μπλιμπλίκια» -αυτός ο επαναλαμβανόμενος, ενοχλητικός ήχος που παράγεται όταν παίζει κανείς ηλεκτρονικά παιχνίδια. Μαζί του η μεγαλύτερη αδερφή του, η Ανθή. Τσακώνονται. Στον τσακωμό τους προστίθεται και η μεγάλη τους αδερφή, η Στέλλα. Στη συνέχεια, η μητέρα τους, οι θείοι τους και στο τέλος ο πατέρας τους. Τσακώνονται άγρια. Εκκωφαντικά. Ωμά. Κυνικά. Ρεαλιστικά. Πέφτουν χαστούκια, βρισιές, γίνονται κεφαλοκλειδώματα, μαλλιοτραβήγματα.
Η πρώτη σκηνή της παράστασης του Γιάννη Οικονομίδη «Στέλλα κοιμήσου», σε επιμέλεια κειμένου Βαγγέλη Μουρίκη, προϊδεάζει χωρίς περιστροφές τον θεατή για το τι μέλλει γενέσθαι. Η αγία ελληνική οικογένεια θα συνθλίψει και θα κατακρεουργήσει για μια ακόμα φορά τα μέλη της με «αγαπητικούς» και «φροντιστικούς» όρους. Ο πατριάρχης της οικογένειας θα επιβεβαιώσει με τον πιο κυνικό, σαδιστικό και τελεσίδικο τρόπο τη θεωρία του Φρίντριχ Ένγκελς στην «Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους»: «Η οικογένεια αποσκοπεί στην οργάνωση ενός συγκεκριμένου αριθμού ατόμων, ανελεύθερων κυρίως, υπό την πατριαρχική εξουσία της κεφαλής της οικογένειας. […] Σκοπός της όλης οργάνωσης της οικογένειας είναι η φύλαξη της αγέλης της μέσα σε μία περιορισμένη και οριοθετημένη περιοχή». Στην οριοθετημένη περιοχή άσκησης εξουσίας του πατριάρχη Αντώνη Γερακάρη εισβάλλει αυθαίρετα ένας νεαρός σταρ της τηλεόρασης, ο Μάριος Αγγελής, ο οποίος έχει ερωτευθεί την κόρη του Στέλλα, η οποία πρόκειται να αρραβωνιαστεί περιώνυμο γόνο πολιτικής οικογένειας.
Το αστικό καθιστικό των Γερακάρηδων (σκηνογραφία της Ioυλία Σταυρίδου) στο αισθητικό/ιδεολογικό σύμπαν του Γιάννη Οικονομίδη μεταμορφώνεται σε ενυδρείο με πιράνχας, όπου το ένα αποσαρκώνει το άλλο μέχρι να αποδειχθεί περίτρανα η δαρβινική θεωρία περί επικράτησης του ισχυρότερου και καταλληλότερου προς επιβίωση.
Στην παράσταση του Γιάννη Οικονομίδη, τη δαρβινική θεωρία διαδέχεται εκείνη του αναρχικού Χέρμπερτ Μαρκούζε («Εξουσία και Οικογένεια»): «Η πραγματικότητα της αστικής οικογένειας, όπως και όλες οι μορφές της ζωής στον καπιταλισμό, διέπεται από τον χαρακτήρα της εμπορευματικής οικονομίας. […] Τα οικονομικά συμφέροντα έχουν καθοριστική σημασία και στην εκλογή συζύγου (που συνήθως υποδεικνύεται από τον πατέρα), αλλά και στο φτιάξιμο και στην ανατροφή των παιδιών. […] Έτσι και οι πνευματικές αξίες είναι δεμένες με τα οικονομικά συμφέροντα».
Οι θεωρητικές καταβολές του σκηνοθέτη καθώς και το ιδεολογικό υπόβαθρο του κειμένου της παράστασης πηγαίνουν από τον Μαρκούζε πίσω πάλι στον Ένγκελς και στην ελπίδα του για μια «νέα γενιά ανθρώπων, μια γενιά ανδρών που ποτέ στη ζωή τους δεν έχουν μάθει να εξαγοράζουν την παράδοση μιας γυναίκας σε αυτούς με το χρήμα ή με οποιοδήποτε άλλο κοινωνικό εργαλείο άσκησης εξουσίας, μια γενιά γυναικών που ποτέ στη ζωή τους δεν έχουν μάθει να δίνονται σε έναν άνδρα για οποιονδήποτε άλλο λόγο πέρα από την πραγματική αγάπη ή που αρνούνται να δίνονται στον εραστή τους από φόβο οικονομικών συνεπειών».
Ο Γιάννης Οικονομίδης με τον Βαγγέλη Μουρίκη συνθέτουν τον παραστασιακό καμβά των αδιεξόδων της αλά Γκρέκα καπιταλιστικής κοινωνίας κάνοντας συγκλονιστικά γκρο πλαν στις παθογένειες, τα τραύματα και τα αδιέξοδά της. Μέσα από το απαράμιλλης γνησιότητας και αυθεντικότητας καλλιτεχνικό τους εγχείρημα προκύπτει ένα θεατρικό υβρίδιο όπου συναντάται το Θέατρο της Βίας του Αντονέν Αρτό και το in-yer-face θέατρο της δεκαετίας του ’90 με την κινηματογραφική ματιά του Κεν Λόουτς και του Ντάνι Μπόιλ, αλλά και με έντονες πινελιές από πίνακα του Φράνσις Μπέικον.
Ο Γιάννης Οικονομίδης είναι παραπάνω από φανερό μέσα από το παραστασιακό αποτέλεσμα ότι ενέπνευσε τους ηθοποιούς του να τον εμπιστευτούν να τους καθοδηγήσει στην άγρια αλλά και τόσο αληθινή και συναρπαστική πλευρά της υποκριτικής τέχνης. Ο Στάθης Σταμουλακάτος (Αντώνης Γερακάρης), παρότι εμφανίζεται στο 60ο λεπτό της παράστασης (διαρκεί συνολικά 90’) κυριαρχεί άμα τη εμφανίσει με τη δύναμη και την αυθεντικότητα του ως Πατριάρχης-κτήνος, ο οποίος δηλώνει ανερυθρίαστα ότι «αν αυτοί είναι το Κράτος, εγώ είμαι το παρακράτος», γιατί «εγώ στην πολιτική θα μπω, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, γιατί έχω εφτά φορτηγά λεφτά». Εξαιρετικός επίσης και ο Γιάννης Νιάρρος (Γιώργος Γερακάρης), στοχοπροσηλωμένος ερμηνευτικά και ταυτόχρονα σκηνικά σεμνός. Πολύ καλές επίσης και η Μάγια Κώνστα (θεία Βάσω) και η Έλλη Τρίγγου (Ανθή Γερακάρη). Η Ιωάννα Κολλιοπούλου στον κεντρικό ρόλο της Στέλλας Γερακάρη μοιάζει να φοβάται τον ρόλο της και να μην του δίνεται ολοκληρωτικά.
2014 © greek-theatre.gr ALL Rights Reserved. Όροι Χρήσης
Design & Development by E.K.