Μήπως είμαστε όλοι μετανάστες, υποψήφιοι θύτες και θύματα του φόβου και της βίας, μέχρι να μας αγαπήσουν πραγματικά;
Αυτή ήταν η σκέψη που τριγυρνούσε στο μυαλό μου αμέσως μετά την κουβέντα που είχα με την συγγραφέα Λεία Βιτάλη.
Με αφορμή το νέο της έργο Νύχτα στην Εθνική, που ανεβαίνει κάθε Δευτέρα και Τρίτη μέχρι τις 17 Μαρτίου στο Αγγέλων Βήμα, μου μίλησε, μεταξύ άλλων, για την ιδέα της που φέτος έγινε πραγματικότητα, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι θεατρικοί συγγραφείς και τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας.
Κάτω από τον τίτλο «Φεστιβάλ Διαρκείας Ελληνικού Θεατρικού Έργου 21ου αιώνα: Έξι Εγκλήματα ζητούν Συγγραφέα» το όνειρο που η δημιουργός κυνηγούσε χρόνια απέκτησε επιτέλους σάρκα και οστά με την ελπίδα ότι «θα γίνει ένας θεσμός- μια γωνιά όπου θα υπάρχει πάντα χώρος για το σύγχρονο ελληνικό θεατρικό έργο».
Τα κείμενα που συμμετέχουν, όπως μου επισημαίνει, «είναι εμπνευσμένα από την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Γραμμένα πολύ πρόσφατα, έτυχε να τα ανακαλύψω η ίδια και να έχουν αυτήν την μακρινή ή κοντινή σχέση με το νουάρ που ήταν και ο τίτλος μας για αυτή τη χρονιά».
Τη ρωτάω αν φαντάζεται πως και στο μέλλον το φεστιβάλ θα έχει ένα συγκεκριμένο θέμα. «Ο σκοπός μας δεν είναι να υπάρχει υποχρεωτικά μια ομπρέλα» μου απαντά.«Ψάχνουμε να βρούμε καλά έργα και να τα προβάλλουμε».
Ποια είναι λοιπόν τα χαρακτηριστικά της ελληνικής θεατρικής γραφής του 21ου αιώνα, κρίνοντας από τις συμμετοχές του συγκεκριμένου φεστιβάλ, που μπορούν την κάνουν άξια λόγου και προσοχής;
«Καταρχήν μια πάρα πολύ στενή επαφή με την σύγχρονη πραγματικότητα είτε μιλούμε για ένα πολιτικό έργο, ή αν θέλετε για ένα ψυχολογικό έργο. Με ευδιάκριτα στοιχεία για το πως ψάχνεται και υπάρχει ο άνθρωπος σήμερα».
Μπαίνω στον πειρασμό να την ρωτήσω αν ισχύει αυτό που επισημαίνουν αρκετοί ερευνητές, πως δηλαδή τα τελευταία χρόνια η ελληνική δραματουργία έχει αρχίσει να ενισχύεται και πάλι μετά από μια περίοδο ομιχλώδους ασάφειας. Μου απαντά χωρίς απολυτότητες και γενικεύσεις.
«Επιτρέψτε μου να σας πω κάτι που πιστεύω εγώ και αρκετοί άλλοι. Υπήρξε μια έκρηξη του ελληνικού έργου,όσον αφορά τη γραφή, την εποχή του Κουν. Τότε είχαν βγει από το Θέατρο Τέχνης πολλοί νέοι συγγραφείς. Μετά, όταν έφυγε ο Κάρολος Κουν, το ενδιαφέρον για την ελληνική δραματουργία εξασθένισε. Βέβαια στο διάστημα που μεσολάβησε έχουν υπάρξει κάποιες πολύ καλές συγγραφικές φωνές που ακούστηκαν. Τα τελευταία χρόνια, είναι οι ίδιοι οι συγγραφείς που αρχίζουν σιγά σιγά και παίρνουν τη ζωή στα χέρια τους, απουσία πολιτιστικών θεσμών. Έτσι σταδιακά με την αγάπη του κόσμου και την εμπιστοσύνη τους στο ελληνικό έργο, θα υπάρξουν και άλλες φωνές ακόμα πιο δυνατές και από τις δικές μας που θα φτάσουμε στο σημείο να λέμε πως μπορούν να ακουστούν ακόμα και στο εξωτερικό. Ξέρετε, τα σύγχρονα έργα που έρχονται από το εξωτερικό δεν είναι όλα τόσο καλά όσο νομίζουμε. Σε αυτές τις περιπτώσεις παίζουν ρόλο και οι μηχανισμοί προώθησης και στήριξης των έργων και των συγγραφέων που δυστυχώς απουσιάζουν στη χώρα μας».
Αναπόφευκτα οι επισημάνσεις της μας πηγαίνουν στην επόμενη θεματική. Ποια μπορεί να είναι τα βασικά προβλήματα της ελληνικής θεατρικής πένας. «Μήπως για παράδειγμα», προτείνω «ένα ζήτημα προκύπτει όταν οι χαρακτήρες μιλούν, πολλές φορές, με τον ίδιο τρόπο»;
«Στην ελληνική δραματουργία αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα αλλά νιώθω πως η τριβή θα μας βοηθήσει να το ξεπεράσουμε», μου απαντά και προσθέτει: « Έναν κανόνα που εγώ έχω πάντα στο κεφάλι μου είναι πως δεν μπορεί ένας ήρωας να μιλάει, να εκφράζεται, να χρησιμοποιεί τις ίδιες λέξεις, ακόμα και τις ίδιες σιωπές με έναν άλλον ήρωα. Έτσι είναι ψεύτικος.Πάντα με ενδιέφερε να βρω προσωπικά τον λόγο κάθε χαρακτήρα και από που αυτός ορμάται».
Νιώθοντας πως με την πρότασή μου ίσως την κατεύθυνα, περνάω σε μια υπόθεση: εφόσον δεχτούμε ότι οι Έλληνες συγγραφείς δεν υπολείπονται των ξένων σίγουρα θα υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τη γραφή τους.
«Υπήρξε μια περίοδος που τόσο εμείς εδώ στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ασχοληθήκαμε περισσότερο με τη φόρμα του θεατρικού έργου. Μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης το θέατρο προσπάθησε να βρει κώδικες για να μπορεί να στέκεται σε κάθε σκηνή και αυτοί οι κώδικες το οδήγησαν λίγο πέρα από τον λόγο. Αλλά ένα θέατρο πέρα από τον λόγο είναι, κατά την γνώμη μου, και πέρα από την ουσία. Πιστεύω πως αφού περάσαμε από το μεταμοντέρνο, αφού περάσαμε από τη φόρμα για τη φόρμα, θα ξαναφουγκραστούμε την κοινωνία, θα ξαναβρούμε τον ρεαλισμό. Μπορεί το θέατρο να μην μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αλλά η αμεσότητά του είναι ένα πολύ δυνατό όπλο που, αν μη τι άλλο, μπορεί σε κάποιο βαθμό και να αφυπνίσει και να επηρεάσει καταστάσεις».
Η Λεία Βιτάλη δεν έχει μόνο γράψει το έργο Νύχτα στην Εθνική αλλά είναι και η σκηνοθέτις της παράστασής του. Με αφορμή αυτήν της την επιλογή συζητάμε το πόσο «επικίνδυνοι» μπορεί να γίνουν οι σκηνοθέτες απέναντι στα κείμενα των συγγραφέων.
«Η αλήθεια είναι πως δεν σκηνοθετώ όλα μου τα έργα. Κάποιες φορές νιώθω ότι θέλω να επιδιώξω μια ολοκλήρωση με τα έργα μου, που πετυχαίνεται μέσα από τη σκηνοθεσία, εμβαθύνοντας ακόμα περισσότερο στα πράγματα. Ορισμένοι σκηνοθέτες αποδομώντας τα θεατρικά έργα φτάνουν στο να μην αφήνουν τίποτα. Είναι σημαντικό να γνωρίζει ένας δημιουργός πως να επανασυνθέτει. Σε σπάνιες περιπτώσεις συμβαίνει και είναι και ενδιαφέρον, αλλά αυτό θέλει πάρα πολύ δουλειά, έμπνευση, τόλμη, και πολλά άλλα και σίγουρα δεν μπορούν να το κάνουν όλοι. Το γεγονός αυτό οδήγησε πολλούς συγγραφείς στο σημείο να διστάζουν ακόμα και να γράψουν. Και έτσι μπορεί να χαθεί η εμπιστοσύνη απέναντι στο ελληνικό έργο τόσο από τους ίδιους τους ανθρώπους του θεάτρου όσο και από το κοινό».
Το Νύχτα στην Εθνική είναι ένα πολιτικό έργο εμπνευσμένο από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Είναι η βία και η σκληρότητα τελικά τόσο γνώριμα συστατικά της κοινωνίας μας;
«Ξεκινάμε από το τι σημαίνει πραγματικά βία. Δηλαδή όταν λέμε “η βία φέρνει βία” δεν είναι απλά μια κουβέντα... Πως διαπαιδαγωγούμε τα παιδιά μας στην οικογένεια, στο σχολείο; Τι μπορεί να συμβεί αν εγώ δεν μάθω στο παιδί μου ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι; Αν ανοίξω ένα παράθυρο όπου δεν αναγνωρίζει το παιδί τον ξένο και τον φοβάται.
Εγώ γράφω από τη ζωή κάποιων ανθρώπων. Ψάχνοντας βαθιά μέσα σε αυτούς τους ανθρώπους με τις βίαιες συμπεριφορές, άκουσα μια φωνή που έλεγε “έχω ανάγκη, πληγές, δεν μου έμαθαν να αγαπώ”. Αυτό δεν σημαίνει πως δικαιολογώ αυτές τις συμπεριφορές. Βλέπω όμως πως αν ένας άνθρωπος έχει ταπεινωθεί στη ζωή του και δεν έχει πάρει την αγάπη που θα έπρεπε,δεν έχει μάθει ούτε καν να αγαπάει, πως να κερδίσει την αγάπη και να την προσφέρει, είναι λογικό να έχει μίσος, να θέλει να εκδικηθεί. Όταν παραδίδουμε ταπεινωμένους ανθρώπους εύκολα αυτοί μπορεί να γίνουν θύματα ομάδων και οργανώσεων που όλοι ξέρουμε ποιοι είναι και τι κάνουν».
Οι τελευταίοι θεατές φεύγουν από το φουαγιέ και το θέατρο είναι έτοιμο να κλείσει για ακόμα ένα βράδυ. Πριν φύγουμε, ρωτάω την Λεία Βιτάλη τί συμβουλή θα έδινε στους νέους θεατρικούς συγγραφείς.
«Να ζήσουν και να τολμήσουν.Ο συγγραφέας δύο πράγματα πρέπει να κάνει: Να ζήσει πρώτα πριν γράψει και να έχει την τόλμη να ξεπεράσει την επιφάνεια, το κατεστημένο, τον φόβο, την αυτολογοκρισία. Τόλμη σημαίνει να μπορείς να ξεπεράσεις και τον εαυτό σου. Να μπορείς να αποδεχθείς τον δολοφόνο. Μπορείς; Γιατί αν για εσένα ο δολοφόνος είναι απλώς ένας κακός άνθρωπος δεν κάνεις για συγγραφέας».
2014 © greek-theatre.gr ALL Rights Reserved. Όροι Χρήσης
Design & Development by E.K.