Σεραφίτα Γρηγοριάδου. Μια ηθοποιός που ισορροπεί ανάμεσα στο εύθραυστο και τον δυναμισμό. Λιτή και ουσιαστική, άμεση και εξαιρετικά ταλαντούχα και εργατική. Αυτό το διάστημα τη βρίσκει κανείς στο «Ένας στρατιώτης που τον έλεγαν Λαβ» στη Σκηνή Νίκος Κούρκουλος του Εθνικού Θεάτρου.
Ακολουθείς κάποια μέθοδο; Ακολουθείς κάποια πορεία περνώντας από την Σεραφίτα στον ρόλο; Ή κάθε φορά κινείσαι ανάλογα;
Ξεκίνησα από την Θεσσαλονίκη. Εκεί γεννήθηκα. Η πρώτη μου σχολή ήταν το Κρατικό Βορείου Ελλάδος. Έκανα δύο χρόνια, έφυγα, ήρθα Αθήνα γιατί τότε άνοιγε το παλιό Εμπρός, που είχε τον Τάσο Μπαντή, τον Δημήτρη Καταλειφό, Ράνια Οικονομίδου, Αμαλία Μουτούση. Και πήγα εκεί και ξαναέκανα. Οπότε έχω μάθει πολλές διαφορετικές μεθόδους. Έχω κρατήσει κάποια εργαλεία από αυτά. Πολύτιμα. Γιατί βλέπω ότι δουλεύουν σ’ εμένα, στο σώμα μου, στην ψυχή μου, και μπορώ να τα καταλάβω. Άλλοτε αυτά τα εργαλεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μια παράσταση, γιατί ένας σκηνοθέτης τα καταλαβαίνει και τα επιτρέπει ή άλλοτε δεν τα καταλαβαίνει, ή δεν τα θέλει, οπότε δεν χωράνε εκεί. Και αναγκαστικά εκεί τότε προσπαθώ να δω τα δικά του εργαλεία. Πώς αυτός θα με φτάσει σε αυτό που θέλουμε και οι δύο. Οπότε είναι πολύ flexible το πράγμα. Ένας αγαπημένος μου τρόπος μου εμένα είναι, τον έχω διδαχθεί από την Αμαλία Μουτούση, που κάναμε στην σχολή με κείμενα, που μοιάζει κιόλας με τον τρόπο που μας δίδαξε και ο Τάσος Μπαντής, ότι η ενέργεια ανεβαίνει όσο προχωράς σε ένα κείμενο. Ανεβαίνει, και ανεβαίνει, και αλλάζει. Και μπορεί το γέλιο να γίνει κλάμα, και οργή, και θυμός, και ερωτηματικό. Και ότι η ενέργεια σε σχέση με αυτό που εισπράττεις είναι κάτι πολύ ρευστό. Και ότι το κείμενο κυρίως δεν είναι λόγος. Αλλά λόγος μέσα από την ενέργεια που έχει το κορμί. Δηλαδή, μου αρέσει πάρα πολύ το πιο σωματικό πράγμα. Όπου εμπιστεύομαι το σώμα μου και λέω θα με πάει στον λόγο. Θα με φτάσει αυτό. Δεν δουλεύω πολύ εγκεφαλικά με το μυαλό μου, με τα νοήματα και με τις λέξεις. Αν και μου αρέσει ο λόγος, μου αρέσει να είναι δουλεμένος, αρθρωμένος, απλωμένος, γιατί εντάξει το θέατρο είναι και μία τέχνη μαγείας του λόγου. Ο θεατής από το πώς εκφέρονται οι λέξεις θα μαγευτεί. Και από αυτό. Δεν είναι μόνο το σώμα σου και τι παράγει. Αλλά το εμπιστεύομαι πάρα πολύ το κορμί σαν όργανο για την κατεύθυνση. Το αφήνω να με οδηγήσει. Να φορτιστεί και να εκφραστεί. Και μετά να λειτουργήσει συναισθηματικά γιατί είναι και τα συναισθήματα εργαλεία μας στο θέατρο. Είναι πάρα πολλές φορές που μπορεί να σε παρασύρουν. Δηλαδή αυτά είναι εργαλεία που θέλουν δουλειά και θέλουν εξάσκηση με τα χρόνια γιατί πολλές φορές, μας έλεγε ο Δημήτρης ο Καταλειφός, στην σχολή, όταν κλαις εσύ ο θεατής βαριέται. Δηλαδή μπορεί να πάρεις εσύ μια ενέργεια και να την πας στο φεγγάρι, και να βγάλεις όλη σου την ψυχή και ο άλλος από κάτω να πει ωραία τι θα φάμε; Το θέμα είναι να πετύχει η χημεία. Δηλαδή να ακούς, να έχεις ανοιχτά αυτιά, να αντιλαμβάνεσαι τι συμβαίνει και να αφήνεσαι παράλληλα. Δύσκολο. Σύνθετο.»
Με τα χρόνια μεγαλώνοντας εσύ, αλλάζουν και οι ρόλοι; Ή οι ρόλοι σε αλλάζουν;
Αλλάζουμε μεγαλώνοντας. Δηλαδή μπορεί παλιά να έπαιρνα ένα κείμενο και να έμενα πολύ στο κείμενο. Τι λέει το κείμενο. Τώρα παίρνω ένα κείμενο και νιώθω περισσότερο τις δονήσεις του παρά τις λέξεις του. Αυτό νομίζω θέλει εμπειρία. Επίσης θυμάμαι πολύ καλά όταν ξεκινούσα, εγώ τελείωσα την σχολή το 2000, θυμάμαι ότι μέχρι και το 3, το 5, το 6 σκεφτόμουν τα χέρια μου, τα πόδια μου, πού είναι η φωνή μου, την τονικότητά μου. υπήρχαν αμηχανίες. Πώς είναι το σώμα μου, έχω ένα σφίξιμο, πώς είναι ο ώμος μου. Δηλαδή την ώρα που έπαιζα σκεφτόμουν άλλα. Τώρα δεν υπάρχει καθόλου αυτό. Έχει φύγει μόνο του. Δεν σκέφτομαι τίποτα από αυτά. Έχω κουρδιστεί μάλλον σε κάποια άλλη κατάσταση, και αυτό που προσπαθώ είναι κάθε φορά να είμαι σωστή στην παρτιτούρα που έχουμε συμφωνήσει, που έχω διδαχτεί. Αυτό βάζω κάθε μέρα σε δράση. Είμαι εντάξει στην παρτιτούρα; Και αν έχω φάλτσα γιατί; Γιατί κάτι ένιωσα άλλο; Ήρθε κάτι καινούριο; Ή εγώ κράτησα, σφίχτηκα, φοβήθηκα, τρόμαξα. Από πού ήρθαν τα φάλτσα μου; Αλλά είναι τελείως άλλη κατάσταση τώρα. Είναι ωραία που δεν σκέφτομαι αυτά τα χαζά πράγματα που σκεφτόμουνα παλιά. Όλες αυτές τις αμηχανίες.
Άρα σαν να λες ότι η εμπειρία, τα χρόνια, αντί να σε βαραίνουν, σε έχουν ελαφρύνει.
Σίγουρα με έχουν μετατοπίσει. Έχουν μετατοπίσει το πού εστιάζω. Τώρα βέβαια έκανα και μια μεγάλη παύση. Πιστεύω ότι θα ήμουν αλλού αν συνέχιζα από το 11 που παντρεύτηκα και το 12 γέννησα τον γιο μου. αλλά πιστεύω ότι αυτή η απόσταση ήταν καλή. Δηλαδή βγήκα τελείως, φύγαμε σε ένα χωριό, ζήσαμε μακριά, έζησα όλη την εγκυμοσύνη, το παιδί, όλα, και βγήκα τελείως από την Αθήνα, από τον κόσμο της, οπότε και αυτό ήταν μια άλλη κατάσταση. Έζησα λίγο απογυμνωμένα με εμένα. Όχι μέσα από ρόλους. Και λίγο απογυμνωμένη από την ζωή και τα πράγματα. Το πώς είμαστε γύρω, τι συμβαίνει, γιατί νομίζω ότι εδώ στην Αθήνα στον χώρο του θεάτρου, μας ρουφάει ένα πράγμα και ζούμε σε ένα πολύ μικρόκοσμο, φαντάζομαι σε όλα τα επαγγέλματα γίνεται, αλλά είμαστε πολύ μεταξύ μας, δεν ταιριάζουμε και εύκολα και με άλλους. Οπότε μου έκανε καλό που έφυγα. Σαν άνθρωπο. Τώρα σε σχέση με τους ρόλους θα δούμε. Τώρα είναι η δεύτερη χρονιά που δουλεύω πάλι, τα προηγούμενα πρότζεκτ ήταν πολύ προσωπικά, οπότε εκεί δεν αισθανόμουν την κρίση. Υπήρχε απόλυτη αποδοχή και αγάπη, από την κολεκτίβα μας. Αλλά τώρα είναι δύο χρόνια που δουλεύω για άλλους, και έχω επαναπροσδιοριστεί σε πάρα πολλά πράγματα.
Νιώθεις εργαλείο ή συνδημιουργός;
Δεν νιώθω συνδημιουργός. Κυρίως νιώθω εργαλείο. Αλλά είναι μια δουλειά πολύ πρακτική. Προσπάθησα. Στην αρχή έγραφα θεατρικά έργα. Ένα είχε ανέβει το 2003 στο τότε Αμόρε με παραγωγή του κτλ, ένα άλλο στο Bios, όμως είδα ότι ωραία η γραφή, μου αρέσει, γιατί είναι κάτι που το κάνω από παιδί, αλλά την σκηνοθεσία δεν την έχω. Αυτό δεν είναι δικό μου εργαλείο. Το κατάλαβα πρακτικά. Πιστεύω ότι άλλοι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι για σκηνοθέτες, άλλοι για ηθοποιοί, άλλοι μπορεί για όλα. Ναι, γιατί όχι; Εγώ δεν είμαι. Εγώ μπαίνω σε ένα πλαίσιο που δύσκολα βλέπω το όλο. Δηλαδή εστιάζω σε κάτι οπότε μάλλον είμαι για ηθοποιός και όχι για τα υπόλοιπα.
Είπες ότι έχεις γράψει θεατρικά έργα. Είναι διαφορετική διαδικασία το να δημιουργείς χαρακτήρες στο χαρτί και του να παίξεις ένα ρόλο;
Στην παράσταση ένας χαρακτήρας μπορεί να είναι πιο ρευστός. Και επίσης, τον πλάθεις μόνος. Είναι μια συμφωνία. Ανάμεσα στον σκηνοθέτη και σ’ εσένα. Και στο κείμενο. Αλλά όταν γράφεις είσαι ελεύθερος. Δημιουργείς ότι θες. Είναι άλλη σχέση. Έχεις απόλυτη κυριότητα στο υλικό και το νιώθεις πολύ διαφορετικά από τον ρόλο. Επίσης, η δικιά μου αίσθηση για τους ρόλους είναι ότι οι ρόλοι αλλάζουν. Ποτέ δεν είναι ένα πράγμα. Και αλλάζουν μαζί μας. Από παράσταση σε παράσταση, πώς είμαστε, πώς είναι ο άλλος, πώς είναι ο κόσμος. Και πάρα πολλές φορές ξεκινάει ένας ρόλος με κάποια δεδομένα και φτάνει εντελώς αλλού. Που δεν το περιμένεις. Δεν ξέρω αν συμβαίνει σε όλους αυτό, αλλά νομίζω ότι πρέπει να αφήνουμε τους ρόλους να είναι ζωντανοί. Να ζωντανεύουν. Γιατί έχουν ενέργεια από μόνοι τους και μπορούν να δημιουργήσουν πράγματα. Εμένα μου έχει συμβεί πάρα πολύ συχνά αυτό. Δηλαδή ένας ρόλος να θεωρώ ότι είναι κάτι και να αποκαλύψει ο ίδιος για τον εαυτό του ότι είναι κάτι άλλο.
Θυμάσαι ποια ήταν η πρωταρχική σου αίσθηση για την σκηνή;
Εγώ είχα βρει μία διέξοδο με το θέατρο, γιατί έβλεπα παραστάσεις μικρή κλπ, και προσπαθούσα κάθε χρονιά, να πάρω ένα κείμενο θεατρικό, να του κάνω μια διασκευή, που εγώ το έλεγα διασκευή, δεν ξέρω τι ήταν, και να πείσω την δασκάλα τον δάσκαλο, μετέπειτα στο Γυμνάσιο τον καθηγητή λογοτεχνίας, να κάνουμε μια παράσταση. Και έτσι να περάσει η χρονιά χωρίς να βαριέμαι. Με δράση, με κάτι. Και έτσι είχα μια τριβή με αυτό. Διάβαζα έργα, δούλευα σε έργα πολύ μόνη μου, ασχολιόμουν πάρα πολύ να φτιάξω διαλόγους, να μιλιούνται. Οπότε έχω έτσι πολλές αναμνήσεις ωραίες, προφανώς εκφραζόμουνα και το είχα ανάγκη ψυχικά αυτό, για να ισορροπώ.
Από ανάγκη δηλαδή.
Ναι σίγουρα. Και δεν είχα γονείς να με κατευθύνουν προς αυτά. Πήγαινα πάντα μόνη μου. Το είχα ανάγκη από μόνη μου. Ήταν ένας δρόμος που ακολούθησα αυτός. Και μετά αποφάσισα με έναν φίλο μου να δώσω στο Κρατικό, αλλά όχι κάνοντας συνειδητά με κάποιον δάσκαλο μαθήματα. Όχι. Τίποτα από αυτά. Μόνοι μας κάναμε πρόβες στο Πανεπιστήμιο στο ΑΠΘ, σε έναν χώρο άδειο, δεν ξέραμε καν αν θα περάσουμε, δεν είχαμε κανέναν γνωστό, δεν είχαμε καμία ιδέα. Εγώ έκανα ένα κομμάτι από το «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι», και αυτός ένα κομμάτι από το «Γυάλινο Κόσμο». Και περάσαμε και οι δύο. Αυτό ήταν κάτι τρελό. Δηλαδή έγινε μόνο του. Οπότε μπήκα σε έναν χώρο πολύ μικρή, δεν ήξερα, και άρχισε μία μαγεία. Άρχισα να μαγεύομαι, θυμάμαι ότι έβλεπα παραστάσεις στο Κρατικό, 4, 5, 9 φορές. Δεν με κούραζε. Ήθελα να μάθω, να δω, τι κάνουνε. Πώς γίνεται αυτό. Η μυσταγωγία. Ήθελα να είμαι όλη μέρα εκεί. Ήταν και πάρα πολλές ώρες, 12 ώρες την ημέρα. Αλλά και όταν δεν ήμουν εκεί μου έλειπε. Μετά δούλευα ταξιθεσία. Ήμουν συνέχεια μέσα.
Πώς τοποθετείς τον εαυτό σου σε αυτό το ετερόκλιτο σύνολο που λέμε θέατρο;
Κάθε φορά προσπαθώ να κάνω την δουλειά μου με πολύ αγάπη. Χωρίς να χάσω το όραμά μου. χωρίς να χαθώ μέσα στα σύνολα, και να υπερασπιστώ την προσωπική μου ταυτότητα. Είμαι ένας άνθρωπος που μπήκε σε αυτό τον χώρο από παιδί, με πολύ παιδικό κίνητρο, και αγάπη παιδική για αυτό που νόμιζα εγώ ότι είναι θέατρο, για αυτό που νόμιζα εγώ ότι είναι τα έργα. Δεν είχε σχέση με ρεαλισμό, ούτε με καριέρα. Δεν μπήκα με κανένα από αυτά τα κίνητρα στον χώρο. Μπήκα μόνο με παιδική αγάπη για αυτό το παραμύθι που φέρνει η σύμβαση του θεάτρου. Και από εκεί και πέρα προσπαθώ να κινούμαι, ευτυχώς ο χώρος μπορεί να στο επιτρέψει αυτό, προσπαθώ να κινούμαι σε χώρους που δεν σου διαλύουν το παραμύθι. Σε αυτούς που στο διαλύουν δεν μπορώ να μπω. Ασφυκτιώ. Δηλαδή σε πολύ πρακτικούς χώρους, όπως η τηλεόραση, δεν έχω πάει ποτέ. Δεν είναι τυχαίο. Δεν μπορώ. Δηλαδή θέλω να διατηρήσω αυτή την παιδική μου σχέση με την δουλειά. Γιατί αλλιώς θα χαθεί η αγάπη. Πρέπει να διατηρηθεί.
Όλα αυτά τα χρόνια στο θέατρο έχεις εμπειρία, έχεις δει, έχεις βιώσει σεξουαλική παρενόχληση;
Την έχω νιώσει νωρίς όταν βγήκα. Που ήταν πολύ άγρια τα πράγματα. Θύμωσα πολύ. Εγώ έχω ζήσει πολύ χοντρά πράγματα. Οριακά. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Θυμάμαι ότι με πρόσβαλε πολύ, με θύμωσε, έχω μαλώσει με πάρα πολύ κόσμο στο θέατρο, έχω πλακωθεί, γιατί δεν τους ενδιέφερε η προσωπική μου ζωή. Ότι έχω γκόμενο, αν είμαι ερωτευμένη. Ήτανε έλα εδώ, αυτά, άμα θέλεις να προχωρήσεις. Είναι έτσι ο χώρος δυστυχώς.
Υπάρχει ακόμα σήμερα;
Τώρα πια δεν το ξέρω. Είμαι και παντρεμένη. Ιστορίες γυναικών που μιλάμε, που ζούμε στο ίδιο καμαρίνι φυσικά ακούω. Αλλά πάλι όχι για το παρόν. Για τα πρώτα τους βήματα. Τώρα δεν ξέρω αυτή την στιγμή. Στα νέα κορίτσια τι συμβαίνει. Αυτό δεν μπορώ να το πω.
Υπάρχει διάκριση στις γυναίκες πιστεύεις στο θέατρο; Στο ελληνικό θέατρο; Στις γυναίκες ηθοποιούς, σκηνοθέτες.
Φυσικά. Στις γυναίκες σκηνοθέτες ειδικά πάρα πολύ. Και το πιστεύω αυτό ακράδαντα. Θυμάμαι ότι ήμουν πιτσιρίκι και αναρωτιόμουν γιατί δεν είναι πολλές γυναίκες που σκηνοθετούν; Γιατί είναι μόνο άντρες; Είναι δυνατόν; Μα μιλάμε για τέχνη.
Είναι ένας λόγος σεξιστικής διάκρισης αυτός;
Σίγουρα. Και πιστεύω ότι υπάρχει μεγάλος σεξισμός. Είμαστε ακόμα στην εποχή του 1920 που η θεατρίνα είναι πουτάνα και αυτό είναι. Είναι αστείο και τραγικό μαζί. Αλλά εγώ μέσα από αυτό το σινάφι, επειδή σου είπα ότι μπήκα πολύ παιδικά, είχα την ανάγκη να κάνω οικογένεια και παιδί, να αισθανθώ ασφαλής, και με ένα πλαίσιο αγάπης αληθινό. Αλλιώς δεν την έβγαζα καθαρή. Θα το παράταγα. Όπως και το παράτησα. Προσπάθησα να το παρατήσω.
Ποια είναι η εμπειρία σου από το καμαρίνι;
Το καμαρίνι είναι μια πολύ ωραία πλευρά που ξεκινάει όταν αρχίζει η παράσταση και τελειώνουν οι πρόβες. Πέρσι πέρασα καταπληκτικά στο καμαρίνι. Είχα την Λένα Δροσάκη και τον Αργύρη Πανταζάρα. Καταπληκτικά παιδιά. Πέρσι ήταν τέλειο καμαρίνι. Είχε φτάσει στα όρια του σουρεαλισμού, μέχρι να κάνουμε περφόρμανς μέσα στο καμαρίνι, μέχρι να λέμε τα νέα μας, μέχρι να κλαίμε μαζί. Φέτος είναι πιο απλή παραγωγή, έχω στο καμαρίνι μόνο ένα κορίτσι, την Θάλεια, που τώρα ξεκινάει, την Θάλεια Σταματέλου, και είναι πάρα πολύ ωραία γιατί λέμε τα δικά μας, ότι έχει συμβεί την προηγούμενη μέρα, ότι θα συμβεί μετά, ότι ακούμε. Το καμαρίνι είναι πολύ ωραίο. Είναι από τις ωραίες πλευρές του ηθοποιού.
Τι σημαίνει για εσένα σώμα του ηθοποιού;
Το σώμα είναι πολλά. Καταρχήν έχει τύχει να κάνω και performance, να δουλέψω και με την Marina Abramovic και στο Watermill Center, και με performers στην Ζυρίχη, και στο Βερολίνο, στο Λονδίνο. Το σώμα του ηθοποιού με το σώμα του περφόρμερ είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Ο περφόρμερ δεν έχει όριο σε τίποτα. Το σώμα του μπορεί να είναι ένα με το χώμα, ένα με την γη, ένα με την άσφαλτο, η ενέργειά του να είναι η ενέργεια του νερού. Είναι άλλο. Η δουλειά δηλαδή του περφόρμερ σε σχέση με το σώμα είναι άλλο. Το σώμα του ηθοποιού είναι πιο συγκεκριμένα πράγματα. Γιατί ενσαρκώνει συνήθως ανθρώπους, οπότε μεταμορφώνεται σε κάτι ανθρώπινο, πιο πρακτικό και πιο τετελεσμένο. Έχει κάποια όρια. Σίγουρα πρέπει να είναι πλαστικό και έξυπνο. Με την έννοια ότι πρέπει να είναι ανοιχτό, να μπορεί να αντιλαμβάνεται ενέργειες, να μπορεί να εισπράττει συναισθήματα και να τα δίνει πίσω. Να μπορεί να εκφέρει λόγο που στέκεται στον χώρο. Γιατί είναι ένα από τα πράγματα που έχει λείψει στο θέατρο. Δηλαδή δεν υπάρχει λόγος. Ο λόγος χάνεται. Για εμένα ο λόγος είναι μια άλλου είδους τρανς στην παράσταση. Δηλαδή ο λόγος μεταφέρει φορτία, μεταφέρει ποιότητες, μεταφέρει ενέργειες, μεταφέρει καταστάσεις. Στο θέατρο πιστεύω ότι ο λόγος είναι σημαντικό πράγμα. Πρέπει να ακούγεται. Να είναι ολόκληρος και να στέκεται. Εντάξει δεν υποστηρίζω τον ξύλινο λόγο, το μαλακό λόγο, τον αληθινό λόγο, που μας πείθει ότι είναι αληθινός. Όχι ένα πράγμα που δεν ακούγεται και δεν βλέπεται αρκεί να είναι ολόκληρο. Όχι. Τον μαλακό λόγο αλλά που είναι ολόκληρος. Που στέκεται στον χώρο. Που και σε πείθει ότι είναι αληθινός και ρεαλιστικός. Αυτή την στιγμή σήμερα, με μια γλώσσα που μιλιέται, αλλά και που δεν είναι ψέλλισμα, δεν είναι χαμένος. Μου αρέσει να καταλαβαίνω τι λένε οι ηθοποιοί στην παράσταση. Όταν δεν καταλαβαίνω δεν μπορώ. Ειδικά άμα είναι ένα κείμενο θεατρικό θέλω να το καταλάβω. Άμα δεν καταλαβαίνω, δεν ακούω καλά, δεν στέκεται ο λόγος, δεν περνάω καλά. Και από εκεί και πέρα σε σχέση με το σώμα στην περφόρμανς, είναι άλλο. Για εμένα ένα σώμα στην περφόρμανς μπορεί να μεταμορφωθεί στα πάντα και να μην έχει καθόλου όρια, μπορεί να αισθανθεί τα πάντα, και να γίνει ένα με τα πάντα. Ας πούμε, με Βραζιλιάνους περφόρμερς που συνεργάστηκα, το χρησιμοποιούσαν για να δημιουργήσουν πόνο, να παράγουν αίμα. Αυτό ήταν το εφέ. Έχω δουλέψει με ανθρώπους που η περφόρμανς ήταν να συρθούμε στον δρόμο, να αλλάξουμε δηλαδή επίπεδο, με ρούχα πολύ καλά, γόβες, φουστάνια, κοσμήματα. Αλλά να είμαστε λίγο σαν φίδια, και να αλλάξουμε τελείως την συνθήκη του περπατάω με τακούνια. Σερνόμασταν στον δρόμο. Το ότι μπορεί η φαντασία να είναι εντελώς ελευθερωμένη σε σχέση με την κίνηση, την αναπνοή, τον ήχο ακόμα, στην περφόρμανς με συγκινεί. Και είμαι και λίγο άλλες φορές στην ζωή μου πάω στην περφόρμανς και λέω είναι η μόνη αλήθεια γιατί μπορείς να εκφραστείς αληθινά. Άλλες φορές πάω στο θέατρο και λέω είναι η αλήθεια γιατί το κείμενο μπορεί να σε εκφράσει εντελώς αληθινά. Διαμορφώνει την πραγματικότητα, πηγαίνει στο παραμύθι. Άλλες φορές λέω ότι η αναπνοή μεταμορφώνει. Δεν ξέρω. Δεν έχω αποφασίσει. Μια φορά στο ένα, μια φορά στο άλλο.
Όλα είναι ίδια για εσένα; Έχεις μία τεχνική περνώντας το ένα στο άλλο;
Όχι. Στην περφόρμανς κρύβω πράγματα. Δεν μου αρέσει η περφόρμανς να έχει θεατρίλα. Εκεί πρέπει να λιώσω. Μου αρέσει να είμαι σαν όλο. Να μην φαίνεται ότι είμαι κάτι άλλο εγώ. Και από εκεί να ανακαλύπτω ποιότητες και δρόμους. Μπορεί να έχει τραγούδι. Τώρα στην Abramovic είχε ένα τραγούδι 8 ώρες. Αλλά δεν μου αρέσει να το λέω σαν ένα σώμα που φαίνεται κλπ. Θέλω να είμαι λιωμένη, ένα με τον κόσμο, ένα με τον χώρο. Να βρίσκει η φωνή τον δρόμο, αν είναι κίνηση ή χειρονομία, εκείνη τον δρόμο. Στο θέατρο είναι πιο ολόκληρο και πλαστικό. Στο σινεμά είναι συνήθως πολύ στημένο. Δηλαδή μπορεί να έχεις και μονόλογο πολύ προσωπικό και να κοιτάς ένα μηχάνημα. Την κάμερα. Να μην έχεις καν άνθρωπο να τα πεις. Είναι άλλο το σινεμά. Αυτό έχει μαγεία στον μοντέρ. Ή μετά όταν θα δεις εσύ το αποτέλεσμα. Αλλά εκείνη την ώρα που συμβαίνει είναι κάτι πολύ τεχνικό.
Τι απολαμβάνεις περισσότερο απ’ όλη την διαδικασία μιας παράστασης;
«Απολαμβάνω πιο πολύ αν ο σκηνοθέτης κάνει αυτοσχεδιασμούς και του αρέσει αυτό το στυλ. Γιατί είναι πολύ πιο κοντά στα παιδάκια που παίζουνε σπιτάκια και λένε τώρα θα κάνω αυτόν που έρχεται από εκεί, και εσείς θα κάνεις αυτό, και αφήνεσαι. Αυτό το απολαμβάνω πάρα πολύ. Εκεί ξεχνιέμαι, δεν υπάρχει χρόνος. Είναι πάρα πολύ δημιουργικό. Τώρα από εκεί και πέρα όταν τελειώσει το πράγμα όχι τόσο. Και όταν έρχεται ο κόσμος καθόλου γιατί έχω άγχος πάρα πολύ.
Σου μένουν οι ρόλοι σου Σεραφίτα; Τους παίρνεις μαζί;
Όχι. Τίποτα. Θέλω να ξεχνάω. Δεν θέλω να κουβαλάω τίποτα. Ίσως κανένα βίωμα καμιά φορά που ξεφύγει από τον έλεγχό μου να μου φέρει καμία μνήμη. Αλλά εγώ προσπαθώ όχι. Γιατί δεν θέλω να κουβαλάω βάρη. Θέλω να ξεφορτώνομαι πράγματα.
Τι εύχεσαι;
Εύχομαι να μπορούμε να βρούμε τρόπους να είμαστε δημιουργικοί, να κάνουμε πράγματα που πραγματικά μας εμπνέουν, τα απολαμβάνουμε, και μας πάνε παραπέρα. Και να μην χάνουμε την έμπνευση. Γιατί αν χάσουμε την έμπνευση, δεν ξέρω τι θα γίνει. Να είμαστε συνέχεια σε αυτό το cloud. Της έμπνευσης, της τρανς κατάστασης, που είμαστε εδώ αλλά και όχι κιόλας. Γιατί το εδώ το βρίσκω πολύ βαρετό και με θλίβει. Δεν θέλω.
ημιουργία Video: Filmcat Productions
2014 © greek-theatre.gr ALL Rights Reserved. Όροι Χρήσης
Design & Development by E.K.