Μια συνάντηση με τον Δαμιανό Κωνσταντινίδη

  •  Συντάκτης: Ευαγγελίδου Μυρτώ
  •  Δημοσιεύτηκε στις: 18/04/2018

Το γνωστό επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης «Η Θυσία του Αβραάμ» δραματοποιείται στο θέατρο Σταθμός, μέχρι τέλη Μαΐου, από τον Δαμιανό Κωνσταντινίδη.  Το έργο αυτό της Κρητικής Αναγέννησης (17ος αι.) - ένα ποιητικό κείμενο, με ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο στίχο, με γλωσσικές ιδιορρυθμίες λόγω της κρητικής διαλέκτου στην οποία είναι γραμμένο- ανεβαίνει σπάνια και συνήθως αντιμετωπίζεται ως βιβλικό «μυστήριο», ή τελετουργικό δρώμενο. Πρόκειται, ωστόσο, για κανονικό θεατρικό κείμενο, υπόδειγμα λαϊκής τέχνης και ποίησης, που απηχεί ένα βαθειά ανθρώπινο δράμα, συγκινητικό και άμεσο.

 

 

Τι σας γοήτευσε περισσότερο σε αυτό το έργο της κρητικής Αναγέννησης; Ποια είναι τα στοιχεία αυτής της λαϊκής τέχνης και ποίησης που σας συγκινούν περισσότερο;

Με γοητεύει η συγκεκριμένη ιστορία, ο τρόπος που την παρουσιάζει ο συγγραφέας της, ο τρόπος που αποδίδεται ο ψυχισμός των κεντρικών προσώπων, ο σπαραγμός τους, η ζωντάνια των δευτερευόντων προσώπων, η ίδια η έμμετρη μορφή του έργου, η γλώσσα του, οι σκηνικές δυσκολίες που θέτει το ανέβασμά του.

«Η Θυσία του Αβραάμ», που αρκετοί μελετητές αποδίδουν στον Βιτσέντζο Κορνάρο, τον ποιητή του «Ερωτόκριτου», αναπτύσσει και δραματοποιεί το γνωστό επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης [Γένεσις ΚΒ΄], όπου ο Αβραάμ δέχεται την εντολή από τον Θεό να θυσιάσει τον γιο του Ισαάκ, θυσία που αναιρείται τελευταία στιγμή με θεϊκή παρέμβαση. Αυτό το θέμα: η θυσία ενός παιδιού ή η απώλεια ενός παιδιού ή ένα παιδί σε κίνδυνο με συγκινεί ιδιαίτερα. Άλλωστε, είναι ένα από τα βασικά θέματα σε πολλές παραστάσεις μου, όπως και το άλλο μεγάλο θέμα αυτού του έργου, η θρησκευτική πίστη, η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, η φύση του Θεού, κι εδώ έχουμε να κάνουμε με τη θρησκευτική πίστη στον απόλυτο βαθμό, την πίστη ως ένα άλμα στο παράλογο, όπως λέει ο Κίρκεγκωρ, μιλώντας ακριβώς για την περίπτωση του Αβραάμ.

Πρόκειται βεβαίως για έργο που απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, άλλωστε ήταν για πολλά χρόνια ένα λαϊκό ανάγνωσμα, όπως μαρτυρούν οι πολλές εκδόσεις του. Αυτό που το καθιστά ένα «λαϊκό» έργο, πέρα από το κρητικό ιδίωμα και τον δεκαπεντασύλλαβο ιαμβικό στίχο που θυμίζει τα δημοτικά ποιήματα, κι αυτό που συγκινεί, εντέλει, είναι η απλόχερη κατάθεση ψυχής όλων των δραματικών προσώπων. Εδώ μιλάει η καρδιά και απευθύνεται στην καρδιά. Δεν έχουμε να κάνουμε ούτε με εγκεφαλικά κατασκευάσματα, όπως στην περίπτωση του «Lo Isach» του Luigi Grotto που χρησίμευσε ως πρότυπο στον ποιητή της «Θυσίας…», ούτε με την περίτεχνη, λόγια έκφραση που συναντούμε στην «Ερωφίλη» του Χορτάτση. Οι σπαρακτικοί θρήνοι της Σάρρας, όταν μαθαίνει τη θεϊκή εντολή, είναι πολύ κοντά στα μοιρολόγια, και είναι συγκλονιστικοί, όπως συγκλονιστικά είναι τα παρακάλια του Ισαάκ στον πατέρα του λίγο πριν από τη θυσία, ή ο εσωτερικός διχασμός του Αβραάμ, και η πάλη του να τιθασεύσει τον πόνο της σάρκας, όπως λέει, με τη δύναμη του μυαλού.

 

Γιατί αντέχει η λαϊκή παράδοση μέσα στον χρόνο;

Επειδή θέλουμε κάπου να ανήκουμε και δεν μπορούμε να ανήκουμε χωρίς κάποιο παρελθόν, χωρίς ένα είδος μνήμης, συνήθως ανάκατης με πολλή φαντασία. Αλλά δεν αντέχει όλη η λαϊκή παράδοση στον χρόνο. Πολλά λαϊκά επαγγέλματα, π.χ., έχουν χαθεί, πολλά έθιμα και δοξασίες, επίσης. Αντέχει μόνο ό,τι μπορεί να χρησιμεύσει ακόμη, ή ό,τι μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί, για ιερούς ή ανίερους σκοπούς. Πιο  εύσχημα: αντέχει, ή επανέρχεται, ή ανασύρεται, ό,τι μπορεί να κινητοποιεί κάθε φορά τις ευαισθησίες, ατομικές, κοινωνικές, εθνικές, ποιητικές…

 

Ποιο είναι το θέατρο που αγαπάτε και θέλετε να «υπηρετείτε»;

Παραφράζοντας τον σημαντικό Γάλλο σκηνοθέτη Αντουάν Βιτέζ («un théâtre élitaire pour tous»), θα έλεγα ότι θέλω να υπηρετώ ένα θέατρο ποιότητας για όλους, ένα θέατρο που αντιστέκεται ενάντια στην περιρρέουσα κακογουστιά, φτήνια, προχειρότητα, ευκολία, ισοπέδωση και σύγχυση των πάντων. Ένα θέατρο που, χωρίς ευτέλεια, γεννάει την συγκίνηση στην καρδιά και ανοίγει νέους ορίζοντες στο πνεύμα, αυτό που αφορά βαθιά και άμεσα τον άνθρωπο σ' όλες τις εκδηλώσεις της ύπαρξής του, πράγμα που συνεπάγεται: δυνατά κείμενα, είτε κλασικά είτε σύγχρονα, χωρίς περιορισμούς φόρμας ή είδους, δυνατές παραστάσεις, με αισθητικές απαιτήσεις, χωρίς λαϊκισμούς αλλά και χωρίς ομφαλοσκοπήσεις. Ένα θέατρο ευήκοο στις ανησυχίες της εποχής και της ψυχής. Ένα θέατρο ως  μια αγρυπνούσα συνείδηση…

 

Ποιες φράσεις του έργου σας συγκίνησαν περισσότερο;

Με συγκινεί το έργο στο σύνολό του και θα ήθελα να παραθέσω όχι μόνο κάποιες φράσεις του, αλλά ολόκληρους μονολόγους αν γίνεται, όπως εκείνους, ιδιαιτέρως σπαρακτικούς, της Σάρρας και του Ισαάκ, όταν μαθαίνουν την θεϊκή εντολή, ή κάποιους διαλόγους πολύ απλούς, όπως για παράδειγμα τη σκηνή που ο Αβραάμ ξυπνάει το παιδί του για να το ντύσει για τη θυσία, ή την αμέσως επόμενη σκηνή που η Σάρρα δίνει στον ανυποψίαστο Ισαάκ λίγα αχλάδια για τον δρόμο. Με συγκινεί η άπειρη τρυφερότητα αυτών των σκηνών, οι κινήσεις αγάπης που καλύπτουν το φοβερό μυστικό της ανθρωποθυσίας. Με συγκινεί η εμβρόντητη οδύνη του Αβραάμ:  «Πώς να το δω στα πόδια μου σα ρίφι να ταράσσει, / σα βόιδι να μουγγίζεται, σαν ψάρι να σφαράσσει;» Ή η πονεμένη συναίνεση της Σάρρας: «Κι ας τάξω, δεν το ‘γέννησα ειδέ ‘δα το ποτέ μου, / μα ένα κερίν αφτούμενον εκράτου κ ήσβησέ μου.» Ή η τελική κραυγή του Ισαάκ: «Κύρη μου, οπού μ’ έσπειρες, και πώς δε με λυπάσαι;/ Ω Πλάστη μου, βοήθα μου! Μάνα μου, και πού να ‘σαι;»

 

Με ποιον τρόπο η ακαδημαϊκή σας πορεία επηρέασε την ενασχόληση σας με την ηθοποιία και στη συνέχεια τη σκηνοθεσία;

 

Συνέβη μάλλον το αντίθετο. Η ενασχόλησή μου με την ηθοποιία και τη σκηνοθεσία προηγήθηκε και μάλιστα κατά πολύ από την ακαδημαϊκή μου πορεία και, ως ένα βαθμό την καθόρισε. Άλλωστε, τη δουλειά μου στο Τμήμα Θεάτρου του Α.Π.Θ. την οφείλω στο καλλιτεχνικό μου έργο, το σκηνοθετικό κυρίως, κι όχι στη διατριβή που έτυχε να εκπονήσω πριν από χρόνια στη Γαλλία. Τα δε μαθήματα που διδάσκω είναι υποκριτική και σκηνοθεσία, δηλαδή μαθήματα άμεσα συνδεδεμένα με την πρακτική του θεάτρου. Βεβαίως, ενδιαφέρομαι ιδιαιτέρως και για την ιστορία και για τη θεωρία του θεάτρου, ενδιαφέρομαι για ό,τι συνέβη και ό,τι συμβαίνει στο θέατρο, είτε αυτό αφορά την θεωρία είτε την πράξη, είτε αφορά την υποκριτική είτε τη σκηνοθεσία είτε τις άλλες σκηνικές τέχνες, εδώ ή αλλού, τώρα ή πριν, μια που όλα συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους, μια που το ένα τροφοδοτεί το άλλο και τούμπαλιν, μια που δεν θέλω να επ-αναπαύομαι, ούτε σε κάποιον ακαδημαϊκό θώκο, ούτε στις όποιες «δάφνες» μου.

 

Συντελεστές:

Σκηνοθεσία: Δαμιανός Κωνσταντινίδης

Σκηνικά – Κοστούμια: Αντώνης Δαγκλίδης

Μουσική: Κωστής Βοζίκης

Κίνηση: Ίρις Νικολάου

Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου

Βοηθός σκηνοθέτη: Στεργιάνα Τζέγκα

Παραγωγή: ANGELUS NOVUS

Συντονισμός παραγωγής: Goodheart Productions

 

Παίζουν: (με σειρά εμφάνισης):

Μιχαήλ Afolayan  [Άγγελος]

Ιωσήφ Ιωσηφίδης [Αβραάμ]

Δέσποινα Σαραφείδου [Σάρρα]

Στεργιάνα Τζέγκα [Ταμάρ]

Τάσος Τσούκαλης-Δημητριάδης [Σιμπάν]

Δημήτρης Φουρλής [Ισαάκ]