Ο Άρης Μπινιάρης, παιδί της τέχνης και του θεάτρου, έγινε σκηνοθέτης. Και χαιρόμαστε για αυτό. Ουσιαστικός και συνειδητοποιημένος μας μιλάει για τη δουλειά του και για τον τρόπο που βλέπει την τέχνη.
Άρη μεγάλωσες μέσα σε θεατρικό περιβάλλον, μιας και ο μπαμπάς σου είναι ηθοποιός. Πώς ήταν για εσένα αυτή η διαδικασία; Ήταν δεδομένο ότι θα το ακολουθήσεις;
Όχι δεν ήταν δεδομένο. Μια χαρά ήταν που μεγάλωσα στο θέατρο, και στις παραστάσεις, και σε πρόβες, και σε περιοδείες. Δεν ήταν δεδομένο. Μάλιστα, δεν μου πέρναγε από το μυαλό. Παρόλο που, φυσικά, έχει παίξει ρόλο το ότι ήμουνα μέσα σε αυτό από μικρό παιδί, ήταν η τέχνη της μουσικής πρώτα που μου μίλησε στην εφηβεία. Εκεί κατάλαβα, εκεί ένιωσα, τι μπορεί να σημαίνει να συσχετίζεσαι με την τέχνη και ποια η δυναμική της. Μέσα από τη μουσική εγώ βρήκα την τέχνη και αργότερα πήγα στην τέχνη του θεάτρου. Μετά τα 18 - 19. Πριν, όμως, από τα 10-11, είχε προηγηθεί η μουσική, η οποία με εισήγαγε στο τι σημαίνει ένα έργο τέχνης να σου μιλάει, να επικοινωνείς με τις δυναμικές και με τα φορτία που αυτό μεταφέρει. Έτσι, αργότερα, όταν αποφάσισα να κάνω θέατρο, υπήρχε, μεν, η οικειότητα με έναν χώρο που σε αυτόν έχω μεγαλώσει, υπήρχε, όμως, και αυτή η πρώτη δόνηση που ήταν μέσω της μουσικής, ως αναφορά, και ακόμα υπάρχει.
Άρα η αρχή σου είναι η μουσική. Ξεκινάς από εκεί.
Επιστρέφω. Δεν ξεκινάω. Επιστρέφω πάντα εκεί, γιατί μου θυμίζει δύο πράγματα που έμαθα τότε. Το ένα είναι ότι η τέχνη είναι ένα όχημα για να χτίσεις σχέσεις, όπως τότε που αλλάζαμε μουσικές , ακούγαμε μουσικές, παίρναμε δίσκους, πηγαίναμε σε συναυλίες, γράφαμε κασέτες. Όλο αυτό το κομμάτι ήταν ένα μέσο για να δημιουργήσεις σχέσεις, να γνωρίσεις τον εαυτό σου και τους υπόλοιπους. Οπότε σε κάθε παράσταση που θα ανεβάσω επιστρέφω σε αυτό, ότι μία παράσταση είναι ένα μέσο, μία αφορμή, για να χτίσεις σχέσεις, είτε με τον ποιητή, είτε με τους συνεργάτες, είτε με τον εαυτό σου. Και το άλλο, το δεύτερο, το βασικό, είναι ότι πάντα υπάρχει ένα «γιατί» από πίσω. Δηλαδή, ότι οι μουσικές που εγώ μεγάλωσα, ας πούμε, η πανκ, η ροκ, ή το underground hiphop, ξεκινάνε μετά από αυτό. Δίνω πολύ λιγότερη σημασία στις φόρμες των πραγμάτων, και βρίσκουν έναν κώδικα ο οποίος είναι ο κώδικας μιας κοινότητας. Μιλάνε κατευθείαν για αυτό που αισθάνονται, αυτό που νιώθουνε, αυτό είναι κάτι ζηλευτό. Το γνώρισα πρώτα ως ακροατής με τη μουσική και προσπαθώ να το θυμάμαι πάντα και με τις παραστάσεις που κάνω.
Σε επηρεάζει η κοινωνία, το περιβάλλον γύρω σου, όταν δημιουργείς; Ακόμα και στη μουσική. Σε ενδιαφέρει να απευθύνεσαι και να το μοιράζεσαι;
Δεν ξεκινάει ακριβώς έτσι. Νομίζω ότι το ερώτημα μετατοπίζεται σε πιο προσωπικό επίπεδο. Όχι κατά πόσο θέλεις να κάνεις κάτι που είναι επίκαιρο, που να αφορά την κοινωνία. Εγώ, προσωπικά, θέλω να είμαι σε έναν παρόντα χρόνο και σε μια άμεση σχέση με μια πραγματικότητα και με αυτό που συμβαίνει γύρω μου και μέσα μου. Οπότε, το θέμα δεν είναι κατά πόσο κάνουμε παραστάσεις που να αφορούν την κοινωνία. Ξεκινάει πιο πριν. Αν εγώ είμαι σε ένα συσχετισμό με όλα αυτά, ούτως ή άλλως, και η δουλειά που θα κάνω θα είναι σε έναν συσχετισμό. Οπότε η αγωνία μου είναι στο κομμάτι του πώς να μην περνάμε στη λήθη των πραγμάτων. Κι εγώ να μην περνάω στη λήθη των πραγμάτων, και να εκκινώ πάντα μια διαδικασία εγρήγορσης, που να εμπεριέχει ακόμα και όλη την γκάμα. Από την προσωπική επιβράβευση, μέχρι και την προσωπική αμφισβήτηση αυτού που κάνεις. Ανά πάσα στιγμή, με στόχο να διατηρείται κάτι ζωντανό. Γιατί είναι και αυτό μια σχέση. Οπότε το θέμα είναι πώς θα διατηρηθεί αυτή η ερωτική διάσταση των πραγμάτων. Σαν μια σχέση δηλαδή με έναν σύντροφο.
Πιστεύεις ότι αυτό είναι σημαντικό να το περνάς και στον κόσμο; Πιστεύεις ότι έχουμε κάπως βαλτώσει σαν κοινωνία;
Σίγουρα κυριαρχεί μια εικόνα παραίτησης κοινωνικά, και σαν χώρα, και υπάρχει και μια ηττοπάθεια μαζί με παραίτηση στα πράγματα. Αυτό βιώνω εγώ αυτή την στιγμή. Σε επίπεδο κοινωνικό και εθνικό. Παρόλα αυτά, όμως, υπάρχουν δυνάμεις που εκκινούν τις διαδικασίες ξανά και ξανά και επαναπροσδιορίζονται. Υπάρχει ελπίδα δηλαδή.
Άρη δουλεύεις με κάποια συγκεκριμένη μέθοδο; Παρ’ ότι είσαι νέος, έχεις αρχίσει να χτίζεις έναν συγκεκριμένο τρόπο δουλειάς ως σκηνοθέτης;
Δεν με ενδιαφέρει να φτιάξω κάποια μέθοδο. Πιστεύω στη μεθοδική δουλειά. Στο να εργάζεσαι μεθοδικά. Με τρομάζουν οι συνταγές, με τρομάζουν οι γκουρού, οι θεατρικοί γκουρού δηλαδή, που κατέχουν την ύψιστη αλήθεια, και κανείς άλλος δεν τη κατέχει. Με τρομάζει ακόμα και όταν εμφανίζονται και στον εαυτό μου. Πιστεύω στη μεθοδική δουλειά, νομίζω ότι η συνταγή και η μέθοδος έχει κάτι το θνησιγενές και δεν φέρει ζωή. Πιστεύω στις σχέσεις. Δηλαδή, στις σχέσεις με τους ανθρώπους που συνεργάζεσαι, για τις σχέσεις με το τι έργο που κάθε φορά ανεβάζεις, με το τι υλικό έχεις. Βλέπω, δηλαδή, ότι σε δουλειές μου υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά, υπάρχει ένας κοινός άξονας, αυτός της μουσικής, μέσα σε όλο αυτό. Δημιουργεί αυτό, σίγουρα, ένα λεξιλόγιο, αλλά δεν ξέρω, μέχρι στιγμής, που θα οδηγήσει ή αν αυτό θα επαναπροσδιοριστεί κάποια στιγμή ή αν αυτό θα εξελιχθεί σε κάτι άλλο, ή αν με κάποια άλλη συνεργασία, αυτό θα γεννήσει κάτι άλλο. Το αφήνω ανοιχτό. Σίγουρα υπάρχουν κοινοί άξονες, αναγνωρίσιμοι άξονες, σε αυτό που κάνω, αλλά είναι μέχρι στιγμής. Δεν προσπαθώ να γραπώνομαι από αυτό, αλλά το επαναλαμβάνω. Αφού σου λειτούργησε μια φορά, γιατί όχι;
Από την μία οι σόλο παραστάσεις («Το τραγί» και το «’21») και από την άλλη οι «Πέρσες». Δούλεψες με τον ίδιο τρόπο;
Προφανώς είναι άλλη εμπειρία γιατί είναι άλλο το μέγεθος. Μετά το «Τραγί», ήρθε το «21», και μετά ήρθαν οι «Πέρσες». Είχε έρθει η στιγμή που μπορούσε να γίνει αυτό το συγκεκριμένο άνοιγμα χωρίς να σημαίνει ότι εγώ παίρνω κάποιο ιδιαίτερο ρίσκο. Δηλαδή, εγώ είχα ούτως ή άλλως ετοιμαστεί για κάποια πράγματα σε σχέση με την διαχείριση μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων. Ήθελα πάρα πολύ να ανοίξει η δουλειά, να επικοινωνήσω κάποιους ιδιωματισμούς που εγώ είχα αποκωδικοποιήσει με το «Τραγί» και το «21». Γι’ αυτό πέτυχε. Και σε επίπεδο σχέσεων, το πόσο ομαλά κύλησε η διαδικασία, και σε επίπεδο καλλιτεχνικό, ως αποτέλεσμα δηλαδή.
Υπήρχε διαφορά στον τρόπο που τα προσέγγισες τεχνικά, λειτουργικά;
Στη δουλειά εφαρμόζω πράγματα κοινά, τόσο όταν δουλεύω κι εγώ, ή στα μαθήματα που κάνω, όπως τώρα το έκανα και στους «Πέρσες». Ο θίασος, όταν ξεκινάει η πρόβα, ξεκινάει με μια σωματική και φωνητική προετοιμασία που διαρκεί μία με μιάμιση ώρα.
Αυτό το έκανες και στον εαυτό σου;
Φυσικά. Δηλαδή πάντα. Μεγεθύνεται μια λειτουργία, μια διαδικασία, με την οποία εγώ, ούτως ή άλλως, δούλευα. Το ότι στον χώρο της πρόβας δεν υπάρχει λόγος να χάνεται χρόνος. Ότι είμαστε εδώ για να κάνουμε μια δουλειά σε ορισμένο χρόνο και μια απλοποίηση, δηλαδή, των πραγμάτων. Ότι έχουμε έναν στόχο συγκεκριμένο, ότι έχουμε ένα χρονικό περιθώριο στο οποίο πρέπει να κινηθούμε. Ένα άλλο κοινό είναι ότι προσύνθεσα αρκετά πράγματα πριν τους «Πέρσες», στα χωρικά κυρίως μέρη, οπότε όταν ξεκινήσαμε δεν κάναμε δουλειά τραπεζιού, δηλαδή ανάλυση του έργου και τα λοιπά, μπήκαμε στο βίωμα κατευθείαν. Αρχικά, έχοντας έναν ηχοτροπικό χάρτη, ζήτησα από τους ηθοποιούς να αλληλεπιδράσουν σε αυτό. Και μετά το βίωμα, κουβεντιάζαμε για το έργο. Με αφορμή αυτό που συνέβη. Δηλαδή, η ανάλυση έπεται αθροιστικά και συμπληρωματικά στη δράση. Όχι για να την αποκαταστήσει. Ας πούμε, αυτά είναι κοινά στοιχεία που τα κάνω μόνος μου αλλά και όταν δούλευα με τους «Πέρσες». Προφανώς οι ευθύνες είναι μεγαλύτερες στο μέγεθος αυτό. Προφανώς το άγχος είναι μεγαλύτερο.
Έχει διαφορά η μικρή από τη μεγάλη σκηνή;
Ναι είναι διαφορετικό. Εντελώς διαφορετικό. Είναι άλλες οι συναισθηματικές διεργασίες και οι εν γένει εσωτερικές διεργασίες που γίνονται μέσα σου για να ανταπεξέλθεις. Για αυτό, αλλιώς μιλάς με τρεις ανθρώπους, και αλλιώς με δεκαεφτά ανθρώπους. Είναι όμως το ίδιο γοητευτικά και τα δύο.
Η επαφή με το κοινό αλλάζει;
Τα συναισθήματα είναι ποικίλα. Αυτό στην αρχή σου προκαλεί ένα δέος και σε αγχώνει, σε φοβίζει. Παρόλα αυτά, όμως, με την βοήθεια των συνεργατών, και φυσικά των ωρών της δουλειάς και της προετοιμασίας, μπορείς να μετατρέψεις αυτά τα αρχικά συναισθήματα της αγωνίας και τους άγχους σε πάθος δημιουργικό, και να μπορέσεις να διακρίνεις την γοητεία να σε χειροκροτάνε 8-9 χιλιάδες άνθρωποι. Οπότε, αυτό δεν είναι κάτι που γίνεται κατευθείαν. Θέλει δουλειά. θέλει σχέσεις με τους συνεργάτες για να μπορέσετε να μοιραστείτε το φορτίο αυτό, και στο τέλος να μοιραστείτε τη χαρά και την απόλαυση αυτού που συνέβη.
Μιλάς για συστηματική δουλειά και σκληρή δουλειά. Πράγματα που χρειάζονται πειθαρχεία και αφοσίωση. Είσαι έτσι και στην προσωπική σου ζωή; Αυτά τα δύο σχετίζονται ή δεν τα συνδέεις; Γιατί καμιά φορά λένε ότι οι καλλιτέχνες μπορεί να είναι στην ζωή τους χύμα.
Όχι δεν πιστεύω σε τέτοια στάνταρ. Νομίζω είναι άλλων εποχών και τώρα ποια μπορούν να λειτουργήσουν σαν ωραίες δικαιολογίες για την υποτιθέμενη τρέλα του καλλιτέχνη. Πιστεύω ότι αυτά είναι κοινωνικές φορεσιές και ταμπέλες που βάζει η κοινωνία γιατί δεν μπορεί να κωδικοποιήσει τη διαδικασία. Γιατί δεν μετριέται με τον ίδιο τρόπο με μια χειρονακτική διεργασία ή με άλλου τύπου διεργασία. Ή το δαιμονοποιεί ή το χλευάζει. Οπότε όλα απορρέουν από τέτοιες διαδικασίες και διεργασίες. Φυσικά πολλοί καλλιτέχνες το παίρνουν αυτό ως δικαιολογία και «ντύνονται» αυτή την ενδυμασία. Δεν πιστεύω σε αυτά. Εγώ πιστεύω ότι η τέχνη είναι ένα όχημα και μια αφορμή για να ζήσεις την ζωή. Προσπαθώ να μην είναι το θέατρο αποκομμένο από την ζωή μου αλλά ούτε να είναι εις βάρος της προσωπικής ζωής. Θεωρώ ότι είναι το όχημα για να ζήσεις. Το θέμα δεν είναι να κάνουμε θέατρο για να μην έχουμε χρόνο για τίποτα άλλο παρά μόνο θέατρο. Με τρομάζουν αυτοί οι εγκλεισμοί και οι απόλυτες καταστάσεις. Είναι μια δουλειά. Είναι καλλιτεχνική δουλειά όπως όλες οι υπόλοιπες. Έχει διαφορετικούς τρόπους διαχείρισης του χρόνου, αλλά παρόλα αυτά εμένα με γοητεύει η ζωή και δεν θα ήθελα το θέατρο να λειτουργεί εις βάρος της προσωπικής μου ζωής και του προσωπικού μου χρόνου.
Πώς τοποθετείς τον εαυτό σου μέσα στα ετερόκλιτα σύνολα του θεάτρου, κοινώς τον εκάστοτε θίασο που δουλεύεις;
Μπορώ να σου μιλήσω από τη θέση του σκηνοθέτη και του συντονιστή στους «Πέρσες». Οι «Πέρσες» ήταν ένα 100% ετερόκλιτο σύνολο. Ηθοποιοί από διαφορετικούς χώρους, και διαφορετικές σχολές θεατρικές, με διαφορετικούς τρόπους, διαφορετικές ηλικίες. Κλήθηκα εγώ να τους συντονίσω και να παράγουμε ένα αποτέλεσμα κοινής αισθητικής γλώσσας. Το οποίο και έγινε. Εμένα με γοητεύει το ετερόκλιτο των ανθρώπων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο καθένας κάνει αυτό που ξέρει να κάνει το δικό του χωρίς να συσχετίζεται με τους υπόλοιπους. Δηλαδή με γοητεύει τι; Το ότι άνθρωποι από διαφορετικές αφετηρίες κληθήκαμε να συντονιστούμε για να δημιουργήσουμε έναν κοινό χώρο. Αυτό ακριβώς. Και αυτό πέτυχε. Και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Αφενός γιατί επικοινωνήσαμε μέσα από έναν κώδικα και που εισήγαγα εγώ και που δημιουργήθηκε, και εξελίχθηκε μέσα από τη συνεργασία και από την άλλη δεν φορέθηκε κάτι και ήταν πολύ όμορφο όλο αυτό. Πιστεύω, πάντως, ότι επειδή με ρώτησες πώς τοποθετούμαι, νομίζω ότι το σημαντικό είναι να βρεις την παρούσα δυναμική κάθε φορά. Ποιο είναι το κέντρο που υπάρχει, δηλαδή, από τους ανθρώπους που έχεις κάθε φορά. Ποια είναι τα κοινά χαρακτηριστικά, ποιο είναι το συλλογικό χαρακτηριστικό της ομάδας. Και δεν λέω απαραίτητα κάτι το οποίο είναι λειτουργικό. Μπορεί να υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που να είναι μη λειτουργικό. Ποιο είναι αυτό; Είναι η ασυνέπεια; Είναι η αυτοαναφορά; Από την άλλη μπορεί να είναι η εργατικότητα ή η φοβερή έμπνευση. Νομίζω ότι είναι καλό εκ νέου να επαναπροσδιορίζεις ανάλογα με το ποιο είστε, να μπορέσεις να βρεις τρόπους, και θεατρικά να διακρίνεις αυτό ακριβώς το κέντρο της παρούσας σύνθεσης.»
Σε φοβίζει μια δυσλειτουργικότητα;
Φυσικά και με φοβίζει. Όλα είναι μέσα στο παιχνίδι. Και είδα ότι αν στοχοπροσηλωθείς στο ότι πρέπει να παράγεις ένα έργο, όπως το λέμε «έργο» και στο θέατρο αλλά και ένας αρχιτέκτονας λέει «έργο» αυτό που πρέπει να παραδώσει. Να παράγουμε ένα έργο. Νομίζω ότι όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν χώρο και οι πιθανότητες υπερτερούν ως προς το να πετύχει κάτι.
Πώς προσεγγίζεις το κείμενο στο θέατρο;
Εγώ μέχρι στιγμής έχω κάνει θέατρο λόγου. Έχω δουλέψει με κείμενα. Δηλαδή το κείμενο είναι το βασικό, είναι η ιστορία δηλαδή. Με αρχή, μέση και τέλος. Όλες οι παραστάσεις που έχω κάνει έχουν να κάνουν με αυτό. Οπότε, πρώτο μέλημά μου είναι να γίνει εύληπτη από το κοινό η ιστορία μου. Παρόλα αυτά, δεν θέλω να γίνεται με ένα τρόπο εγκεφαλικό και διανοητικό. Θέλω να βρω τρόπους που η πρόσληψη της ιστορίας και η πρόσληψη των νοημάτων της ιστορίας, να γίνεται ταυτόχρονα και διανοητικά αλλά και βιωματικά. Εκεί έρχεται η συμβολή της μουσικής. Δηλαδή, αυτό που προσπαθώ να καταφέρω πάντα, είναι παράλληλα να καταλαβαίνεις αυτό που γίνεται, αλλά να αισθάνεσαι κιόλας τον εσωτερικό παλμό των νοημάτων που φέρει η ιστορία αυτή. Οπότε, η προσέγγιση που κάνω πάντα, αρχικά, όταν παίρνω ένα κείμενο, είναι να προσπαθώ να διακρίνω και να αναδείξω μέσω της μουσικής ή της κίνησης ή της ερμηνείας, τα στοιχεία αυτά που αναδεικνύουν τον εσωτερικό παλμό των νοημάτων. Οπότε όταν αυτό εξωτερικευτεί, πετυχαίνεις αυτή την διπλή λειτουργία, δηλαδή ο θεατής να καταλαβαίνει αλλά και να αισθάνεται ταυτόχρονα.
Ο λόγος είναι μουσική;
Είναι μουσική ο λόγος. Είναι σαν να είναι νότες. Αν θες να το ακούσεις έτσι. Εγώ γι’ αυτό, και μέχρι στιγμής, τα κείμενα που έχω χρησιμοποιήσει έχουν και μια εμφανή μουσικότητα.
Και η Hiphop που ανέφερες προηγουμένως, για παράδειγμα, είναι μουσικός λόγος ουσιαστικά.
Ακριβώς. Και το αρχαίο δράμα, ως επί το πλείστον , απ’ όσο γνωρίζω και γνωρίζουμε, εκείνα τα χρόνια, ήταν ακρόαμα. Δηλαδή ήταν μουσικό θέαμα. Δεν πιστεύω ότι ήταν μια διανοητική διαδικασία, ότι καταλάβαινε κάτι ο κόσμος από κάτω. Δηλαδή πιο πολύ τείνω να πιστέψω ότι ήταν ένα παλλόμενο σύμπαν, μουσική με τραγούδι, με μουσική απαγγελία. Εγώ μέχρι στιγμής ακούω το θέατρο. Έτσι και τα έργα τέχνης που μου αρέσουν, και ως θεατής δηλαδή, είτε βλέπω θέατρο, είτε βλέπω κινηματογράφο. Ο ρυθμός είναι σε όλα. Δηλαδή βλέπεις κινηματογράφο. Όταν διαχειρίζεται κάποιος την ροή του πλάνου, έχει έναν ρυθμό. Η μουσική είναι πίσω απ’ όλα για εμένα. Ο μουσικός τρόπος αντίληψης των πραγμάτων. Και είναι και το πιο απολαυστικό ας πούμε. Γιατί ο άλλος άσχετα αν καταλαβαίνει κάτι, μπορεί να αισθανθεί. Που για εμένα είναι ζητούμενο. Ειδικά στις μέρες μας. Και ειδικά στο θέατρο στις μέρες μας. Δηλαδή κατά πόσο αφηνόμαστε να αισθανθούμε, και ως καλλιτέχνες και ως θεατές. Αφήνομαι εγώ να αισθανθώ αυτό που συμβαίνει; Ή εστιάζω σε δύο, τρία, τέσσερα, ακριβώς για να ανακόψω την λειτουργία του να αισθανθώ αυτό που συμβαίνει και να μου προκαλέσει συναισθήματα; Ή αυτό είναι μια λειτουργία που βρίσκουμε διάφορους τρόπους για να την αποφύγουμε;
Τι σε ενδιαφέρει στους ηθοποιούς περισσότερο; Πώς ξεκινάς;
Το σώμα και η φωνή. Μ’ αρέσει να τραγουδάει ο άλλος και να μπορεί να παίξουμε και με το σώμα και με την φωνή. Να παίξουμε με τον λόγο και με το κείμενο. Προσπαθώ να βρω αντιστοιχίες με τον χώρο των μουσικών, που μπορεί να βρεθεί σε έναν χώρο με το όργανό του ο καθένας, και απλά, μέσα από μια συνεννόηση και έναν κώδικα, να τζαμάρουν και να αλληλεπιδρούν με αυτό που συμβαίνει. Αυτό πάντα με απασχολεί και με ενδιαφέρει. Πώς μπορώ να το φέρω στην θεατρική διαδικασία. Γι’ αυτό και μέχρι στιγμής, αποφεύγω το λεγόμενο τραπέζι που λέμε. Δηλαδή, μου αρέσει να παίξουμε με τον ίδιο τρόπο που οι μουσικοί βρίσκονται σε έναν χώρο και αλληλεπιδρούνε και παράγουν τελικά υλικό, πριν φτάσουν σε δόνηση, ενός κομματιού, ενός τραγουδιού , μιας σύνθεσης. Μ’ αρέσει πάρα πολύ αυτό. Οπότε προσπαθώ να βρω τρόπους είτε με το σώμα, είτε με την φωνή, ή με την κίνηση, που να έρθει ο άλλος σε μια τέτοια κατάσταση και να έχουμε μια τέτοια συνομιλία.
Στη μουσική μπαίνει πρώτα ο ήχος και δεν σκέφτεσαι, στο θέατρο έχουμε το μυαλό, τη σκέψη. Εμποδίζει αυτό περισσότερο;
Δεν ξέρω αν πρέπει να εξαλείψουμε εντελώς τη διανοητική σκέψη, όχι. Είναι παράλληλα ποτάμια αυτά, που καλό είναι να τα αφήνεις να κυλάνε. Το θέμα είναι πότε θα θρέψεις και τι. Ακόμα και έναν μικρό judger που μπορεί να υπάρχει μέσα σου, ένας δικαστής, που διαρκώς κρίνει αυτά που κάνεις και μπορεί να λειτουργεί ανασταλτικά, δεν είναι κακός. Καθόλου. Δηλαδή, είναι καλό που υπάρχει και αυτός. Το θέμα είναι πότε εσύ θα του επιτρέψεις να πει αυτό που έχει να πει. Και όχι να λειτουργεί ανασταλτικά ως προς κάτι. Γι’ αυτό και με ενδιαφέρει πάρα πολύ πώς μπορούν να βρεθούν τρόποι να μπορείς, το οργανικό κομμάτι, δηλαδή το σώμα και η φωνή, να παίξει, να δοκιμάσει, να αλληλεπιδράσει και να αυτοσχεδιάσει, και μετά να κάτσει να αναλύσει, να δομήσει, να κρίνει, να συγκρίνει. Αλλά, να μην γίνεται αυτό το ένα εις βάρος του άλλου. Ούτε ένας διαρκής αυτοσχεδιασμός των πραγμάτων που δεν βγάζει πουθενά, και δημιουργεί μια θολούρα. Αλλά από την άλλη ούτε και κάτι που μπορεί να είναι ανασταλτικό του βιώματος και της πράξης. Το να συγκεντρωθείς στον ήχο δεν είναι μόνο πρόβλημα των μουσικών, μπορεί να το κάνουν και οι ηθοποιοί. Ψάχνω να βρω τρόπους τέτοιους που ο άλλος είτε να συγκεντρωθεί στον ρυθμό, είτε να συντονιστεί, είτε να συγκεντρωθεί στον ήχο, είτε να συντραγουδήσει, είτε να αλληλεπιδράσει σωματικά. Όλα αυτά είναι του θεάτρου, και ήτανε ανέκαθεν. Δεν λέω κάτι το καινούριο. Οι μεγαλύτερες προτάσεις θεατρικά σε σχέση με όλο αυτό τον χώρο γίνανε ήδη από το ‘60. Από την Κολωνία, από την Ρωσία, μετά από την Αγγλία. Και κάπου εκεί εγώ με τοποθετώ. Δηλαδή, από αυτούς τους προβληματισμούς προσπαθώ να διαχειρίζομαι τα πράγματα.
Από την πλευρά του σκηνοθέτη πώς αντιμετωπίζεις τους ηθοποιούς; Ως «εργαλεία» ή συνδημιουργούς;
Δεν ξέρω αν είναι αυτός ο μοναδικός τρόπος για να χαρακτηρίσεις μια λειτουργία. Αν πεις ότι συντονίζω ούτε αυτοί είναι εργαλεία, ούτε αυτοί κάνουν καταχρηστικά . Ανάλογα τι θες να κάνεις και τι χρόνο έχεις για να το κάνεις. Εγώ θα το ονομάσω συνδημιουργία. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι όλοι τα κάνουν όλα. Πάλι είναι δεδομένο του χρόνου που έχεις. Άλλο είναι να έχω ένα χρόνο και άλλο να έχω δύο μήνες με τους ηθοποιούς. Προφανώς όλα αυτά είναι ανάλογα με το τι έχεις κάθε φορά. Είναι άλλο να είσαι με τρεις ανθρώπους και άλλο να είσαι με 18 ανθρώπους. Δεν δαιμονοποιώ τον συντονισμό και το να θέσει ο σκηνοθέτης το σύμπαν και τον χώρο που θα κινηθούν τα πράγματα. Μ’ αρέσει εμένα προσωπικά, να θέτω ένα πεδίο, με μία αισθητική, και περιμένω μια αλληλεπίδραση, με τα πράγματα, ώστε να με εκπλήξει κι εμένα κάτι που να μην το περιμένω. Καμιά φορά, όμως, δεν έχεις τον χρόνο να συμβεί. Γι’ αυτό, σου λέω είναι και θέμα χρόνου. Μ’ αρέσει όμως, εμένα, να θέτω ένα πεδίο μιας αισθητικής σε έναν χώρο, και μέσα εκεί να βλέπω πώς μπορεί να λειτουργήσει ο άλλος έχοντας κάποιους κώδικες συμφωνημένους, ένα λεξιλόγιο συμφωνημένο, έτσι ώστε να παράξει νέες προτάσεις που να μπορούν να προτείνουν εκ νέου την συνέχεια των πραγμάτων.
Ποια η άποψή σου για το καμαρίνι;
Μιλώντας για τους «Πέρσες», αυτό που κάναμε, είναι ότι είχαμε μία προσωπική σωματική προετοιμασία ο καθένας, μετά είχαμε μία κοινή φωνητική διαδικασία, προετοιμασία, σαν σύνολο, έστω για 20 λεπτά πριν την παράσταση, και μετά πηγαίναμε στα καμαρίνια για να ετοιμαστούμε, να ντυθούμε. Εγώ εκεί άφησα τον κάθε ένα σε έναν δικό του χώρο προετοιμασίας για την πρώτη παράσταση. Προφανώς και ο χρόνος πριν την παράσταση, είναι ο χρόνος πριν την παράσταση. Δεν μπορείς να είσαι, για εμένα, στο Facebook, και στο Instagram. Δηλαδή, μου αρέσει πάρα πολύ, και εστιάζω, στη σιωπή και στη ψυχραιμία. Γιατί υπάρχει άγχος, υπάρχει αγωνία και πολλές φορές οι θόρυβοι, τα πολλά λόγια και τα χαχανιτά, είναι για να κρύψουν ακριβώς το ότι είσαι αγχωμένος. Οπότε, με το να χαλαρώσεις λίγο τους τόνους και να είσαι ψύχραιμος, επιτρέπεις το να δεις ότι «έρχεται η παράσταση». Έχεις αγωνία. Είναι πολύ καλό αυτό. Τώρα αν κάποιος εκεί θέλει να καπνίσει ή θέλει να πει δυο κουβέντες με έναν συμπαίκτη, χωρίς να χαλάει τη γενική συγκέντρωση, αυτό ήταν κάτι που, ας πούμε στους «Πέρσες», το κάναμε. Εγώ συνειδητά το άφησα. Δεν πήγα ούτε σε έναν ακραίο μοναστηριασμό. Γιατί κάποιος μπορεί να είναι αγχωμένος, με μια ηρεμία να συζητάει με τον συνάδελφό του, να λέει λόγια, κάποιος να έρθει να με ρωτήσει κάτι εκείνη την στιγμή. Μου αρέσει να υπάρχει ένα ψύχραιμο κλίμα. Και λίγο πριν βγούμε, πάλι δημιουργούσαμε έναν κύκλο όπου κρατούσαμε λίγο σιωπή. Έναν συντονισμό μέσα από τη σιωπή, πολύ λίγο, ένα λεπτό, μόνο και μόνο για να πάρουμε την αναπνοή πριν βγούμε έξω. Μου αρέσει η σιωπή αλλά χωρίς να είναι ψυχαναγκαστική. Γι’ αυτό λέω ψυχραιμία.
Ποια είναι η πρωταρχική αίσθηση που σου δημιουργείται στη σκηνή; Γιατί θες να είσαι στην σκηνή;
Και σαν θεατής αλλά και καλλιτεχνικά με γοητεύει, χωρίς να λέω ότι αυτό το πετυχαίνω, να λειτουργεί το δρών πρόσωπο πάνω στη σκηνή ως ενδιάμεσος μιας κατάστασης. Μεταξύ του κοινού και του συνολικού πράγματος. Δηλαδή το ότι είναι μια τελετή αυτό που συμβαίνει εκείνη την στιγμή. Έχουν κάτι συγκλονιστικό οι σιωπές, φυσικά οι σημαίνουσες, στο θέατρο. Είναι ο κόσμος εκεί και έχει κάτι τελετουργικό. Σαν να συμβαίνει μια τελετή εκεί που υπάρχει ο κόσμος και είναι κάτι το οποίο είναι ανάμεσά μας αλλά δεν προσδιορίζεται απαραίτητα. Κάτι που μας υπερβαίνει και μπορεί να εκκινήσει. Με γοητεύει ο περφόρμερ ως εκφραστής του συλλογικού ασυνείδητου τέτοιων περιοχών. Μ’ αρέσει όταν το βλέπω από μια τελετουργία Ταϊτινή που επικαλούνται τους θεούς τους ή μια πάρα πολύ ωραία παράσταση που είδα φέτος το καλοκαίρι. Και φυσικά, κι εγώ όταν παίζω, έχω στο μυαλό μου αυτή την λειτουργία του πώς σχετίζομαι εγώ με όλο αυτό. Έχει κάτι τελετουργικό όλο αυτό. Έχει μια τελετή.
Πρόβες ή παράσταση; Αγαπάς κάτι περισσότερο;
Μου αρέσουν οι πρόβες, αλλά μ’ αρέσει και η παράσταση. Μου αρέσει η στιγμή που αυτό ανοίγει και επικοινωνεί με τον κόσμο, όπως επίσης και η επιβράβευση της προσπάθειας. Δεν πιστεύω σε ψυχαναγκασμούς και εμμονές. Προσπαθώ να τα αποφεύγω. Εκτός αν αυτά μεταστοιχειώνονται σε πάθος και σε όρεξη. Με ιδιαίτερη δουλειά όλο αυτό. Οι πρόβες θεωρώ ότι κλείνουν τον κύκλο τους, και είναι καλό που έρχεται η παράσταση και ανοίγει ένας καινούριος κύκλος, έρχεται ο κόσμος, σε χειροκροτεί, παίρνεις το feedback, στην καλύτερη περίπτωση…
Υπάρχει ο φόβος του κακού feedback;
Ναι υπάρχει. Δεν μου έχει συμβεί μέχρι τώρα, αλλά υπάρχει. Πιστεύω στη συλλογική απόκριση του κόσμου, δεν πιστεύω ότι ο κόσμος δεν γνωρίζει ή δεν μπορεί να αισθανθεί. Ακόμα έστω και ασυνείδητα. Θα λάβεις κάτι, θα πάρεις ένα feedback. Μου έχει συμβεί στα ξεκινήματά μου. Όταν κάναμε κάποια πειραματικά πράγματα και δεν λειτουργούσανε. Το βλέπεις αυτό. Οπότε θα μου άρεσε να μου δοθεί περισσότερος χρόνος να κάνω πρόβες για κάτι που υπάρχει λόγος. Δεν μου αρέσει ούτε που συμπυκνώνουμε πράγματα για να βγει το έργο, αλλά ούτε που κάνουμε μια έρευνα, βγάζοντας απ’ έξω τον εξωτερικό παρατηρητή. Εγώ δεν θα μπορούσα να λειτουργήσω έτσι. Με τρομάζει το απόλυτο πολύ. Με τρομάζουν οι αυθεντίες. Νομίζω ότι έχει μετατοπιστεί όλο το πράγμα. Έχει φύγει από την εποχή των μεγάλων δασκάλων, έχει μετατοπιστεί σε άλλου είδους λειτουργίες, πιο ομαδικές. Η γνώση έχει πια μία άλλη λειτουργία. Δεν είναι όπως παλιά που πήγαινες και έπαιρνες γνώση από τον μεγάλο δάσκαλο. Τώρα υπάρχει μια μετατόπιση. Πιο ομαδική. Οι σχέσεις θα μας φέρουνε να γνωρίσουμε εμάς και αυτό που δεν γνωρίζουμε.
Αυτό, κατά την γνώμη μου, είναι επαναστατική άποψη σε μια σημερινή, αρκετά ατομική, κοινωνία.
Είναι ανάλογα πώς θες να λειτουργείς. Θέλει και μια ισορροπία. Ούτε να χαθείς σε μια συλλογικότητα, γιατί δεν είναι απάντηση αυτή στον ατομικισμό. Να συνυπάρχεις, με ένα κέντρο δικό σου και με τους υπόλοιπους. Να ορίζουμε κοινά κέντρα. Σχέσεις που είναι δυναμικές και εξελίσσονται. Ζωειφόρες και ζωογόνες.
Τι εύχεσαι;
Ένα από αυτά που επιδιώκω, επειδή αυτή την στιγμή είμαι σε μια εξωστρεφή φάση με την δουλειά μου, είναι να γνωρίζω κόσμο και να δοκιμάζω συνεργασίες. Εύχομαι να βρω πιο σταθερές σχέσεις. Πιο σταθερούς συνεργάτες.
2014 © greek-theatre.gr ALL Rights Reserved. Όροι Χρήσης
Design & Development by E.K.