Μια συνάντηση με τον Γιώργο Λύρα

  •  Συντάκτης: Καρανάτσης Χρήστος
  •  Δημοσιεύτηκε στις: 02/03/2017

«Μα πως τα προλαβαίνει αυτό το παιδί!» είναι η σκέψη μου για το νεαρό άντρα που βλέπω να κατεβαίνει από μια μηχανή και να με πλησιάζει για την κουβέντα που ακολουθεί.

Όπου παιδί-νεαρός άντρας σημειώστε: Γιώργος Λύρας, στο θέατρο από τα 18 του, με σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και το θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν και δασκάλους τέχνης, σκέψης και ζωής τον Σταμάτη Φασουλή και την Νένα Μεντή όπως επισημαίνει ο ίδιος στο βιογραφικό του.

Τη θεατρική σεζόν που διανύουμε, το όνομα του Γιώργου Λύρα συνδέεται με τέσσερις θεατρικές παραγωγές.

To No Mans Land της Ρουμάνας Alexandra Badea που παρουσιάστηκε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και το «Από Μηχανής Θέατρο». Tη Στέλλα Βιολάντη (Έρως Εσταυρωμένος) του Γρηγορίου Ξενόπουλου που παρουσιάζεται στο θέατρο «Χώρα». Tη Νίκη του Χρήστου Χωμενίδη σε θεατρική διασκευή Σταμάτη Φασουλή και Γιώργου Λύρα που εδώ και λίγες μέρες μπορείτε να δείτε στο Θέατρον, Ελληνικός Κόσμος και - αν όλα πάνε καλά - τη μεταφορά του θεατρικού μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη  Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά.

To No Mans Land και τη Στέλλα Βιολάντη συνδέουν ο έρωτας και η στέρηση της ατομικής ελευθερίας. Όμως στο μυαλό του, η Στέλλα προηγήθηκε ως επιλογή. Πως, που, πότε και γιατί; Ο σκηνοθέτης απαντά: «Η Στέλλα Βιολάντη προέκυψε μέσα από τη διαδικασία μελέτης και αναζήτησης ελληνικών έργων που κάνω με την ομάδα Μπουλούκι, αμέσως μετά τον Βουρκόλακα του Αργύρη Εφταλιώτη. Όταν έπεσα πάνω στη Στέλλα Βιολάντη, που είχα να την διαβάσω από φοιτητής, μαγεύτηκα από την αφήγηση του Ξενόπουλου. Τον τρόπο που χτίζει το σασπένς, που χειρίζεται τους χαρακτήρες του. Το πόσο κοντά στο ευρωπαϊκό θέατρο και τον Ίψεν ήταν το έργο του στην εποχή του και ως γραφή και ως πλάσιμο των ηρώων. Με εντυπωσίασε η τεχνική, το βάθος του. Ήταν πηγή άμεσης έμπνευσης και είπα «Αυτό το έργο πρέπει να το κάνω».

Για όσους έχουν ήδη παρακολουθήσει την παράσταση στο θέατρο Χώρα εντύπωση προκαλεί και ο διπλός τίτλος της. Αναφορά φυσικά στο θεατρικό μα και στο διήγημα που προηγήθηκε χρονικά με τίτλο Έρως Εσταυρωμένος. Ο Γιώργος Λύρας επικεντρώνεται στην ουσία αυτής της επιλογής: «Θέλοντας να φωτίσω τους τρεις κεντρικούς χαρακτήρες από την αρχή και να ενισχύσω το σασπένς χρησιμοποιήσαμε στην έναρξη της παράστασης αποσπάσματα από το διήγημα που αποκαλύπτουν πως ο Χρηστάκης ο Ζαμάνος δεν πάει στη Στέλλα από έρωτα μα γιατί την έχει βάλει στοίχημα με έναν φίλο του. Το κοινό έτσι παρακολουθεί αλλιώς την Στέλλα και  την εξέλιξη του δράματός της γνωρίζοντας πως ο Χρηστάκης δεν την θέλει πραγματικά. Πολύ σημαντικό θεωρώ και το τέλος του διηγήματος και για αυτό το έβαλα και στην παράσταση, γιατί εκεί υπογραμμίζεται η γνήσια θέση του Ξενόπουλου, μέσω του χαρακτήρα του πατέρα, για τους ανθρώπους γενικότερα. Πως ακόμα και μετά από ένα συνταρακτικό γεγονός (εδώ τον θάνατο ενός αγαπημένου συγγενικού προσώπου) δεν αλλάζει ο άνθρωπος. Η Στέλλα Βιολάντη  είναι ένα σκοτεινό έργο, δεν ελπίζει καθόλου. Είναι σα να μας λέει ο Ξενόπουλος πως ό,τι και να σας συμβεί, ακόμα και εάν γυρίσει ανάποδα η ζωή σας, αν είστε κτήνη θα παραμείνετε κτήνη. Στο θεατρικό,  όταν ανέβηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, υπήρχε η σκηνή αλλά είχε κοπεί λόγω της μόδας που ήθελε οι ήρωες να γίνονται συμπαθείς και στο τέλος να λύνονται όλα για να φύγει το κοινό ανακουφισμένο. Τώρα όμως έχουμε 2017 και το κοινό δεν έχει τέτοιες ανάγκες οπότε είπαμε να επιστρέψουμε στις ρίζες του έργου και όπως τέλειωνε να τελειώνει».

Το διήγημα του Ξενόπουλου στάθηκε πολύτιμος βοηθός του Γιώργου και της ομάδας και σε άλλους τομείς. Ακολούθησε συνειδητά τα μονοπάτια της πένας του συγγραφέα και όπως λέει: «Αποδείχτηκε ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο. Το κουβαλούσα πάντα μαζί μου. Με βοήθησε να μπαίνω πιο εύκολα και πιο γρήγορα στο κλίμα και τη διαδικασία που επιθυμούσα. Όπως και τους ηθοποιούς. Στον τρόπο που είχαν ανάγκη να δουλέψουν τον μύθο επί σκηνής. Στην ανάλυση των χαρακτήρων τους μέσω της λογοτεχνικής περιγραφής. Και μόνο να διάβαζες το Έρως Εσταυρωμένος πριν την πρόβα, σε βοηθούσε».

Ίσως ένα από τα μεγαλύτερα και κερδισμένα, σύμφωνα με γνώμες ειδικών, στοιχήματα του Γιώργου και της ομάδας Μπουλούκι με την παράσταση Στέλλα Βιολάντη αποτελεί η διαχείριση του λόγου μιας άλλης εποχής σε μια σύγχρονη θεατρική σκηνή. Και από τα λεγόμενα του Γιώργου αποδεικνύεται σκοπός πρώτης γραμμής. «Ο στόχος που έχουμε ως ομάδα, ο στόχος που θέτω όταν ασχολούμαστε με αυτά τα κείμενα είναι το πως θα καταφέρουμε εμείς που απέχουμε τόσο πολύ ηλικιακά από αυτά - γιατί είμαστε όλοι πολύ νέοι στην ομάδα - να μπορέσουμε να αποδώσουμε το λόγο ώστε ο κόσμος να μην ακούσει αυτήν την απόσταση, να νιώσει ότι ακούει τη δική του, σημερινή γλώσσα. Μέσα από ένα σύστημα εκφοράς του λόγου που έχει διαμορφωθεί με το πέρασμα του χρόνου, τις πρόβες και γνωρίζω πως λειτουργεί και από προηγούμενες παραστάσεις (Βουρκόλακας), δουλέψαμε σχεδόν ένα μήνα στο τραπέζι των προβών και αφαιρέσαμε προσεκτικά μόνο κάποια λίγα μόρια ή εκφράσεις υπερβολής από το θεατρικό κείμενο και τίποτε άλλο. Ούτε ένα και. Μείναμε πιστοί στο σκοπό μας και το κείμενο».

Η θεατρική επεξεργασία λογοτεχνικών κειμένων φαίνεται πως είναι κάτι που ο ίδιος γνωρίζει καλά. Και όταν συζητάμε τη δουλειά του πάνω στο βιβλίο του Χρήστου Χωμενίδη Νίκη, με αφορμή την ομότιτλη παράσταση σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή,  το επιβεβαιώνει: «Κάθε χρόνο,  όσα χρόνια δουλεύω με τον Σταμάτη, όταν συνεργαζόμαστε δεν συναντιόμαστε την πρώτη μέρα της πρόβας...η συνεργασία ξεκινάει πάντα από το κείμενο. Ήμουν πάντα εκεί στις μετάφρασεις και τις διασκευές που χρειάστηκαν. Από το Τρίτο Στεφάνι, στους Σκηνοβάτες στην Επίδαυρο... Μαζί με τον Σταμάτη έχουμε κάνει όλες τις μεταφράσεις των ξένων έργων που έχει σκηνοθετήσει. Είναι μια διαδικασία που θεωρώ πια μέρος της φύσης της δουλειάς μου στο θέατρο».

Και η διαδικασία σε σχέση με την Νίκη; Έργο ενός εν ζωή συγγραφέα αυτή τη φορά που για κάποιους δημιουργούς είναι συνθήκη «φόβος και τρόμος»;

Ο Λύρας παραδέχεται τις τεχνικές δυσκολίες του συγκεκριμένου λογοτεχνικού έργου (π.χ. αλλαγές χρονικές, χαρακτήρων – ακόμα  και των ηλικιών τους και του λόγου τους - από σελίδα σε σελίδα) μα επισημαίνει πως: «Ο Χρήστος [Χωμενίδης] ήταν ανοιχτός και μας εμπιστεύτηκε πολύ γρήγορα αφήνοντας το κείμενο στα χέρια μας. Εμείς από την πλευρά μας κρατήσαμε τα πάντα και προσπαθήσαμε να μείνουμε όσο πιο πιστοί γίνεται στο έργο του. Δουλέψαμε σκληρά τη θεατρική του μεταφορά. Τουλάχιστον πέντε ώρες καθημερινά για έντεκα μήνες».

Αυτό το «παιδί που τα προλαβαίνει όλα» όπως σκέφτηκε ο «παππούλης» μέσα μου, βρέθηκε πρόσφατα και στη θέση του δασκάλου-καθοδηγητή στα σεμινάρια θεατρικής γραφής του Εθνικού Θεάτρου.

Μπήκα έτσι στον πειρασμό να παραδοθώ σε ένα κλασσικό δημοσιογραφικό κλισέ που μπορεί όμως να γεννήσει απαντήσεις-χρυσωρυχείο: Τι κέρδισε και τι παρατήρησε μέσα από αυτόν του το ρόλο;

Πρόθυμος και ειλικρινής, απαντά: «Ήταν μια εξαιρετική εμπειρία που με βοήθησε πάρα πολύ. Η ανταλλαγή με τους συγγραφείς, να αναζητούμε παρέα τι σημαίνει θεατρική γραφή, τι σημαίνει πλάθω ένα ρόλο, προωθώ τη δράση, προωθώ τη δράση και την αφήγηση χωρίς όμως να χάνω τον πυρήνα του κειμένου μου. Είδα που μπορεί να σκοντάψει ένας συγγραφέας, ποιες είναι οι ευκολίες τους. Έτσι βελτιώθηκε και η δική μου αντίληψη. Ο τρόπος που ανιχνεύω και αντιλαμβάνομαι ένα θεατρικό κείμενο. Είναι άλλο η ατομική μελέτη στο σπίτι και άλλο να βλέπεις στην πράξη δέκα ανθρώπους να το παλεύουν. Είδα στατιστικά τι διαχειρίζονται πιο εύκολα οι νέοι. Τον μύθο; Την αφήγηση; Τους χαρακτήρες; Την ιδέα; Είδα που κολλάνε περισσότερο. Π.χ. δυσκολεύονται να έχουν έναν κεντρικό πυρήνα και να μείνουν πιστοί σε αυτόν ενώ έχουν πολύ ωραίες ιδέες και φτιάχνουν ενδιαφέροντες χαρακτήρες μα έχουν ελλείψεις στις τεχνικές αφήγησης και στην ανάδειξη του θέματός τους. Αυτό τουλάχιστον ένιωσα εγώ μέσα από αυτήν την εμπειρία».

Το ίδιο βράδυ γυρνώντας στο σπίτι, τον θυμήθηκα να στέκεται σε μια στάση λεωφορείου, βράδυ πριν μέρες, με την ίδια στοχοπροσήλωση στο βλέμμα όπως και στη συνάντησή μας, όπως και όταν ζει ως θεατής τις παραστάσεις που έχει φτιάξει ή τις στιγμές που συναντά το κοινό που τον συγχαίρει για την δουλειά του.

Μ’αρέσει που αναρωτιόμουν πως τα προλαβαίνει όλα. Η απάντηση ήταν ήδη γνωστή: Είναι διαρκώς, ο εαυτός του.

 


ΣΤΕΛΛΑ ΒΙΟΛΑΝΤΗ (Έρως Εσταυρωμένος) του Γρηγορίου Ξενόπουλου

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Γιώργος Λύρας
Σκηνικά-κοστούμια: Απόλλων Παπαθεοχάρης
Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Μουσική: Αντώνης Παπακωνσταντίνου
Βοηθός σκηνοθέτη : Γεωργία Πιερρουτσάκου
Βοηθός παραγωγής : Λιάννα Ανδρικοπούλου

Παίζουν (αλφαβητικά)

Ηλιάνα Γαϊτάνη: Νιόνια
Νεκταρία Γιαννουδάκη: Μαρία Βιολάντη
Ευγενία Δημητροπούλου: Στέλλα Βιολάντη
Ηλίας Λατσής: Νταντής
Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης: Χρηστάκης Ζαμάνος
Δημήτρης Παπανικολάου: Παναγής Βιολάντης
Αθηνά Σακαλή: Ασημίνα

ΘΕΑΤΡΟ ΧΩΡΑ 
ΑΜΟΡΓΟΥ 20,
ΚΥΨΕΛΗ, ΑΘΗΝΑ 
Τηλ. Ταμείου: 2108673945 

 


Σταμάτη Φασουλή – Γιώργου Λύρα
«ΝΙΚΗ»
βασισμένη στο βιβλίο του Χρήστου Χωμενίδη
σε σκηνοθεσία ΣΤΑΜΑΤΗ ΦΑΣΟΥΛΗ

Σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής
Θεατρική διασκευή: Σταμάτης Φασουλής – Γιώργος Λύρας
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Σκηνικά: Γιώργος Γαβαλάς – Γιάννης Μουρίκης
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Χορογραφίες: Δημήτρης Παπάζογλου
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Γιώργος Λύρας

 

Διανομή

Φιλαρέτη Κομνηνού, Στέλιος Μάινας, Ευγενία Δημητροπούλου, Γωγώ Μπρέμπου Ευαγγελία Μουμούρη, Σοφία Φαραζή, Μάξιμος Μουμούρης, Αλέξανδρος Καλπακίδης. 
Στο ρόλο της γιαγιάς Σεβαστής η Μίρκα Παπακωνσταντίνου.
Την Νίκη σε μικρή ηλικία ερμηνεύουν σε διπλή διανομή: Αναστασία Γουλιάμου & Αυγή Σταυροπούλου.

Παίζουν αλφαβητικά: Νεκταρία Γιαννουδάκη, Δημήτρης Γκοτσόπουλος, Βερόνικα Δαβάκη, Δημήτρης Δεγαΐτης, Γιώργος Δεπάστας, Λήδα Καπνά, Αυγουστίνος Κούμουλος, Κίμων Κουρής, Κωνσταντίνος Μαγκλάρας, Δανάη Μπάρκα, Πάνος Μπόρας, Φοίβος Ριμένας, Αχιλλέας Σκεύης, Κώστας Φαλελάκης, Βάσια Χρήστου.

Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»
Πειραιώς 254, 177 78 Ταύρος
Τηλέφωνο: 212 254 0300