Δρ. Χριστίνα Ζώνιου
Διδάσκουσα Υποκριτικής, μέλος ΕΕΠ Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Ο Ρώσος σκηνοθέτης Adolf Shapiro και η μέθοδος δουλειάς του με τους ηθοποιούς και το κείμενο στην παράσταση Πλατόνοφ του Άντον Τσέχοφ.
@Γιώργος Ηλιόπουλος
Μέχρι τα τέλη Απριλίου, στην παράσταση Πλατόνοφ σε σκηνοθεσία του πολυβραβευμένου Ρώσου σκηνοθέτη Άντολφ Σαπίρο (Adolf Shapiro) στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, έχουμε τη σπάνια ευκαιρία να ταξιδέψουμε σε ένα ποιητικό, αινιγματικό, μεταφορικό θέατρο, σε ένα σύμπαν που περιπλέκει σαν κουβάρι τις παραδόσεις των μεγάλων δασκάλων του Ρωσικού θεάτρου του 20ου αιώνα, που υπήρξαν το θεμέλιο του δυτικού θεάτρου - του Κονσταντίν Στανισλάβσκι, του Βλάντιμιρ Νεμίροβιτς-Ντάτσενκο, του Βζέβολοντ Μέγιερχολντ, του Γιεβγιένι Βαχτάνγκοφ, του Μιχαήλ Τσέχοφ, της Μαρίας Κνέμπελ - με τη ζωντάνια της διαρκούς και μη δογματικής αναζήτησης ενός λυρικού όσο και γκροτέσκου ανθρωποκεντρισμού, τόσο αναγκαίου στην εποχή μας. Παρακολουθούμε το δημιούργημα μιας αέρινης ποιητικής σκηνοθεσίας, που κινείται ανάμεσα στο παράλογο, το τραγικό και το κωμικό.
Ο Άντολφ Σαπίρο ήρθε σε επαφή μέσω της δασκάλας του και σπουδαίας σκηνοθέτριας Μαρίας Κνέμπελ με την «κρυφή», την όχι και τόσο γνωστή πλευρά της δουλειάς του Στανισλάβσκι, εκείνη που ο μεγάλος δάσκαλος ανέπτυξε κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, κατά τον υποχρεωτικό από το καθεστώς κατ’ οίκον εγκλεισμό του. Μια θεατρική έρευνα βασισμένη στον διαρκή πειραματισμό, στις υποθέσεις εργασίας που αναδεικνύονταν στις αυτοσχεδιαστικές étude και εξετάζονταν στη σκηνή με τη μέθοδο της δοκιμής και λάθους. Ο Στανισλάβσκι, όσο ζούσε, δεν παρουσίαζε δημόσια τις ανακαλύψεις αυτές, καθώς από τη μια δεν συμβάδιζαν με τις απαιτήσεις του σοσιαλιστικού ρεαλισμού κι από την άλλη με την επισήμως επικρατούσα τελεολογική κοσμοθεωρία της δεκαετίας του ‘30 στη Σοβιετική Ένωση, ότι οι συγκρούσεις και η πάλη των τάξεων έχουν λάβει πια ένα ευτυχές τέλος, γεγονός που θα έπρεπε, κατά τους κρατούντες, να αντικατοπτρίζεται και στο θέατρο και τις άλλες τέχνες με μια εγκωμιαστική, ηρωική και απλουστευτική απεικόνιση της πραγματικότητας. Οι συστηματικοί πειραματισμοί του Στανισλάβσκι και της Κνέμπελ οδήγησαν σε έναν τρόπο δουλειάς του ηθοποιού, σε ένα σύστημα πρόβας που ονομάστηκε Ενεργός Ανάλυση, που είχε στη βάση του την έννοια της σύγκρουσης και την αναζήτηση των εμποδίων στη δράση. Μία μέθοδος που εν πολλοίς έμεινε άγνωστη στην Δύση μέχρι αρκετά πρόσφατα, μέχρι τη δεκαετία του ’90 τουλάχιστον, εξαιτίας της λογοκρισίας και της αυτολογοκρισίας του ίδιου του Στανισλάβσκι και των συνεργατών του. Έπαιξε ρόλο βεβαίως και το γεγονός ότι η Κνέμπελ βρέθηκε στην αφάνεια κι εξαιτίας του φύλου της. Προσφάτως η μέθοδος αυτή γνωρίζει νέα άνθιση διεθνώς στα προγράμματα σπουδών για τη διδακτική της υποκριτικής στα πανεπιστήμια, τις ακαδημίες και τις δραματικές σχολές και φαίνεται να προκαλεί ένα νέο ερευνητικό κι εκδοτικό ενδιαφέρον, στην Ελλάδα ωστόσο διαπιστώνεται ακόμα ερευνητικό κενό.
Ο Σαπίρο είναι παιδί της δεκαετίας του ’60, της λεγόμενης περιόδου της «Απόψυξης», όταν στη Ρωσία άνθισε ξανά, μετά τον θάνατο του Στάλιν, η ελεύθερη θεατρική τέχνη αναδεικνύοντας ταλαντούχους σκηνoθέτες και ηθοποιούς, όπως ο Ανατόλι Έφρος, ο Γιούρι Λιουμπίμοφ, ο Ανατόλι Βασίλιεφ κι ο Aντολφ Σαπίρο στο θέατρο και ο Νικίτα Μιχάλκοφ στον κινηματογράφο, οι οποίοι μετουσίωσαν δημιουργικά και όχι δογματικά τα διδάγματα των δασκάλων τους, με την αποφασιστική συμβολή της σπουδαίας αυτής γυναίκας, της Μαρίας Κνέμπελ. Στην Ελλάδα, αυτές οι υπόγειες αλλά ταυτόχρονα εκρηκτικές ως προς το μέγεθός τους καλλιτεχνικές διεργασίες λίγο μας είναι γνωστές, καθώς η πρόσληψη του Στανισλάβσκι στη Δύση έγινε κυρίως μέσα από το φίλτρο της Αμερικάνικης σχολής και των λογοκριμένων ή αυτολογοκριμένων βιβλίων των Ρώσων δασκάλων, με εξαίρεση ίσως εκείνων του Μιχαήλ Τσέχοφ.
Η φήμη του Σαπίρο οφείλεται κατά πολύ στην εργασία που έχει κάνει πάνω στον Τσέχοφ, στα έργα του οποίου επιστρέφει κατά διαστήματα. Η παράσταση του Βυσσινόκηπου με το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας παιζόταν για 16 χρόνια, έγινε ταινία και περιόδευσε σε πολλές χώρες. Ωστόσο, αξιοσημείωτη είναι η δουλειά του πάνω στον Μπρεχτ, η ματιά του οποίου φαίνεται να τον επηρεάζει πολύ. Οι παραστάσεις τοy έχουν ταξιδέψει σε όλον τον πλανήτη (Ιταλία, πρώην Γιουγκοσλαβία, Καναδά, Η.Π.Α., Γερμανία, Κολομβία, Βενεζουέλα, Φινλανδία, Kίνα, κ.ά.). Έχει σκηνοθετήσει στη Μόσχα (Θέατρο Τέχνης, Vakhtangov, Et Cetera, Maly, Ακαδημαϊκό Μουσικό Θέατρο Στανισλάφσκι και Νεμίροβιτς-Νταντσένκο, Θέατρο Μπαλέτου και Όπερας Στανισλάφσκι, κ.ά), την Αγία Πετρούπολη (Tovstonogov Bolshoi), το Ταλίν (Εθνικό Θέατρο, Norsooteater, Linnateater), το Μοντεβιδέο (Comedia Nacional), την Τιφλίδα, το Μινσκ, το Καράκας (Ateneο de Caracas), το Τελ Αβίβ (Gesher Theatre, Yiddishpiel), τη Βαρσοβία (Ochota Theatre). Συνεργάστηκε με το Ινστιτούτο Ανώτερων Θεατρικών Σπουδών του Αμερικανικού Θεάτρου Ρεπερτορίου (Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ) και με τη Σχολή Θεάτρου και Χορού του Πανεπιστημίου του Βορείου Ιλλινόις, ενώ είναι λέκτορας στο Θερινό Σχολείο Στανισλάφσκι στη Βοστώνη (Πρόγραμμα Παν. Χάρβαρντ & Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας). Συνεργάστηκε επίσης με την Ανώτατη Εθνική Σχολή Τεχνών και Τεχνικών Θεάτρου (ENSATT) της Λυόν, όπου δίδασκε σκηνοθεσία και υποκριτική. Συγκαταλεγόταν στους διευθυντές εργαστηρίων της Methodika στη Βενετία, διηύθηνε εργαστήριο στο Εθνικό Θέατρο στο Μόναχο, ενώ έχει διδάξει επίσης στην Ιταλία, την Πολωνία, την Κολομβία και άλλες χώρες. Γενιές σπουδαστών και σπουδαστριών φοίτησαν υπό την καθοδήγησή του στο Ωδείο της Ρίγας, και πολλοί από αυτούς αναδείχθηκαν κατόπιν στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Έχει αναγορευθεί επίτιμος διδάκτωρ της Θεατρικής Ακαδημίας του Ταλίν, ενώ το 2011 έλαβε τον ίδιο τίτλο από τη Θεατρική Ακαδημία της Σαγκάης. Ο Σαπίρο έχει λάβει πολλές βραβεύσεις, μεταξύ των οποίων το διεθνές βραβείο Στανισλάφσκι (2005) και το περίφημο βραβείο Golden Mask (2010) και πολλά άλλα διεθνή βραβεία. Το 2003 έλαβε τιμητική διάκριση (Τάγμα του Σταυρού της Terra Mariana) για τη συνεισφορά του στην ανάπτυξη του πολιτισμού της Εσθονίας, το 2011 αντίστοιχη από τη Λετονία, καθώς και μία ακόμη ανώτερη διάκριση από τη Ρωσία.