Ανκόρ στο θέατρο Άττις από τον Θόδωρο Τερζόπουλο

  •  Δημοσιεύτηκε στις: 30/11/2016

Η εμπειρία μιας παράστασης στο θέατρο Άττις του Θόδωρου Τερζόπουλου είναι μια μοναδική τελετή μύησης και καταβύθισης σε ένα άγριο και ταυτόχρονα θεραπευτικό διονυσιακό δρώμενο. Θέατρο με τις ρίζες του βαθιά χωμένες στον χρόνο, τα αρχέτυπα, τις τελετουργίες και τις αέναες αναζητήσεις για τη θέση και τη θέαση του ανθρώπου πάνω στη γη. Θέατρο που σε στρέφει εντός σου, που γίνεται όχημα για μια περιπλάνηση στις ενδότερες, τις ερεβώδεις και πιο καλά κρυμμένες περιοχές του Εγώ μας. Θέατρο που οδηγεί τον θεατή και μύστη ταυτόχρονα στην οδύνη μα και την ηδονή της ύπαρξής του και της συνεύρεσής του με τον Άλλο.

Το Ανκόρ, το τρίτο έργο της σκηνοθετικής τριλογίας (προηγήθηκαν τα εξαιρετικά, αλληγορικά και κρυπτικά Αλάρμ και Αμόρ) του Τερζόπουλου είναι μια ακόμη τελετουργία στημένη ως ένα σκηνικό παιχνίδισμα από τον σκηνοθέτη-Δάσκαλο, που το διευθύνει όχι με την μπαγκέτα του μα μ’ ένα ακονισμένο ξυράφι (αυτό που χρησιμοποίησε για να χαράξει τα χαμόγελα στους ηθοποιούς του όπως διαβάζουμε στο σημείωμα της παράστασης) καθώς ισορροπεί στα όρια της τραγωδίας της αγωνίας της ύπαρξής μας και στη σαρκαστική διάθεση που του προσφέρει η συνείδηση της ματαιότητάς μας.

Δύο εκπληκτικοί ηθοποιοί, ο Αντώνης Μυριαγκός και η Σοφία Χιλλ, καθισμένοι αντικριστά ακριβώς κάτω από την εντελώς άδεια σκηνή. Μόνο ένας μεγάλος άσπρος σταυρός – σύμβολο βασανιστηρίου αλλά και καθαγίασης - στο πάτωμα της σκηνής δημιουργεί διαδρόμους και βάζει όρια στους δρόμους που θα ακολουθήσουν. Δύο άνθρωποι, δύο σώματα, δύο υπάρξεις. Ντυμένοι στα μαύρα, εξαιρετικά κομψοί χωρίς ίχνος υπερβολής (τα κοστούμια της σταθερής συνεργάτιδας του Τερζόπουλου της σχεδιάστριας Λουκίας). Σηκώνονται. Ξεκινούν από αντίθετες αφετηρίες με αυτοσκοπό τη Συνάντηση. Στα χέρια τους σπαθιά, τα μοναδικά αντικείμενα. Σύμβολο ιερό το σπαθί και  όπλο αρχέτυπο, το σπαθί ως θεία πνευματική βούληση που διεισδύει στο υλικό, γήινο επίπεδο για να το αναταράξει και να το αναδιοργανώσει πρεσβεύοντας ένα πάντρεμα μεταξύ «ουρανού» και «γης». Άνθρωποι που προσπαθούν να επικοινωνήσουν, κορμιά που προσπαθούν να έρθουν σε επαφή. Μια επαφή που προϋποθέτει τη σύγκρουση, τον αγώνα, την πάλη, την κατάκτηση και την παράδοση. Υπάρξεις μετέωρες που προσπαθούν να βρουν το συμπλήρωμά τους – ένα συμπλήρωμα που τους έλκει και τους απωθεί την ίδια στιγμή. Επίκληση και εξορκισμός μαζί. Η αέναη πάλη του ανθρώπου προς την Ολοκλήρωση.

Κι ο αγώνας, η σύγκρουση γίνεται όλο και πιο έντονη, τα σώματα πάλλονται μέσα σε αυτή την επιτακτική ανάγκη ενώ υπάρχει συνεχώς η επιθυμία για ανκόρ, για «κι άλλο», «κι άλλο», ένας σαρκασμός και μια ειρωνεία για αυτά που δεν τελειώνουν, για το χειροκρότημα που επιζητούμε, την ενθάρρυνση για την ατέρμονη προσπάθεια. Μια ιερή, ένθεη οδύνη που οδηγεί στην αλληλοκατασπάραξη και στην αναγέννηση.

Ο λόγος στην παράσταση είναι εξαιρετικά περιορισμένος, βασισμένος στην ιδιαίτερου κώδικα, με μια χροιά απόκοσμης ζωής ποίηση του Θωμά Τσαλαπάτη, νέου που χαράζει βαθιά τα χνάρια του ήδη. Εκπέμπονται ήχοι και φωνητικά σήματα, οι λέξεις γίνονται δυνατές ως μονάδες και όχι ως νοηματικά συμπλέγματα ενώ αιωρείται συνεχώς η λέξη αίμα. Το αίμα ως βασικός χυμός του κορμιού, ως πηγή ζωής και σύμβολο θανάτου, ενώ στο τέλος έρχεται η πολυώδυνη διαπίστωση πως για να ειπωθούν οι αλήθειες πρέπει να γίνουμε παιδιά.

Φυσικά όλο αυτό το σκηνικό παιχνίδι δεν θα ήταν εφικτό εάν δεν υπήρχαν αυτοί οι δύο εξαιρετικοί ηθοποιοί: Η Σοφία Χιλλ, πλάσμα απόκοσμο δαιμονικής φύσης με την αύρα των Μαινάδων, τη σκιά μιας Ερινύας αλλά και τη λυτρωτική ενέργεια μιας Ευμενίδας πάνω της και ο Αντώνης Μυριαγκός, αυτός ο  εκπληκτικής τεχνικής ηθοποιός που έφτασε στο θέατρο μέσω της ζωγραφικής, ο οποίος έχει μετατρέψει το σώμα του σε μια παλλόμενη χορδή.

Ο επίσης σταθερός συνεργάτης του Άττις ο Παναγιώτης Βελλιανίτης υπογράφει τη μουσική σύνθεση, μια ακόμη υπαινικτική διαδρομή που μας πηγαίνει από ήχους οικείους, «κοινωνικούς», σε ήχους ενός εσωτερικού μας συντονισμού.

Με την παράσταση αυτή για τον Έρωτα ως μηχανή ζωής και θανάτου το θέατρο Άττις του Θόδωρου Τερζόπουλου γιορτάζει τα τριάντα του χρόνια. Τριάντα χρόνια παραστάσεων που άλλαξαν τον τρόπο που υπάρχει το θέατρο στη χώρα μας και επηρέασαν καθοριστικά την παγκόσμια θεατρική κοινότητα. Ο εορτασμός αυτός έχει και μια γεύση πίκρας όμως καθώς παρά τη μεγάλη του επιτυχία και την παγκόσμια αναγνώριση το θέατρο αυτό παραμένει μια μεμονωμένη περίπτωση, σε μια Αθήνα, -σε μια χώρα- που αλυχτάει καμώνοντας πως κάνει τέχνη.

Για μένα προσωπικά όλα αυτά τα χρόνια κάθε μετάβασή μου στο θέατρο Άττις, σε αυτή την εγκαταλελειμμένη πλέον στην τύχη της περιοχή του κέντρου, την τόσο όμορφη άλλοτε, υπήρξε μια αποκάλυψη. Έφευγα – και φεύγω- από το θέατρο αισθανόμενη πως έχω στα χέρια μου έναν νέο εγχειρίδιο κατανόησης του κόσμου και του εαυτού μου, ένα νέο πολύτιμο οδηγό για να μπορέσω να βυθιστώ και να ξαναβγώ στην επιφάνεια. Ένα μηχανισμό Κάθαρσης που η λύτρωση που προσφέρει είναι δεμένη με τη συνείδηση του φθαρτού και του συνεχόμενου αγώνα.